Για να κάνουμε ταμείο και να κλείσει για την ώρα το κεφάλαιο «εθνική ομάδα», να επισημάνω μερικά πράγματα ακόμα για το πώς χάθηκε η… χαμένη εξ αρχής πρόκριση για τα τελικά του Euro 2024 μέσω των προκριματικών ομίλων. Και κλείνω σήμερα, γιατί από αύριο που θα μάθουμε τον διαιτητή του ντέρμπι των «αιωνίων» Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού, το ελληνικό ποδόσφαιρο θα επιστρέψει στην… κανονικότητα!
Θριαμβολογούν πολλοί για την βελτίωση της εθνικής ομάδας, η οποία ομολογουμένως έχει κάνει κάποια βήματα προόδου με την έννοια ότι δεν παίζει πλέον μόνο άμυνα αλλά κάνει και φάσεις, έχει κάποιους αυτοματισμούς και ωραίους συνδυασμούς αλλά μέχρι εκεί. Το βασικό της προτέρημα είναι για την ώρα, ότι κερδίζει τους μικρομεσαίους αντιπάλους της και αποφεύγει τις γκέλες που έκανε παλιότερα. Όμως από αυτό το σημείο και μέχρι να μάθει να κάνει υπερβάσεις ή να κερδίζει πιο δυνατούς αντιπάλους –όχι μεγαθήρια- ο δρόμος είναι μακρύς και δύσβατος. Δεν έγινε ξαφνικά δυνατή ομάδα επειδή έκανε τέσσερις νίκες με Ιρλανδία και Γιβραλτάρ. Ούτε γιατί ανέβηκε από την 3η στη 2η κατηγορία της Ευρώπης επειδή κέρδισε αντιπάλους όπως το Κόσοβο, η Β. Ιρλανδία και η Κύπρος. Μη τρελαθούμε. Μια σοβαρότητα δείχνει και πειθαρχία και βασίζεται στη συνολική δουλειά και μπράβο της.
Αφήνω τη Γαλλία στην άκρη και δεν με ξεγελάει ότι η εθνική έχασε δύσκολα 1-0 στο Παρίσι. Συμβαίνει με όλους. Στα κρίσιμα ματς με την Ολλανδία εκεί που θα παιζόταν η 2η θέση η εθνική απέτυχε επί της ουσίας σε όλα. Τι θα πει στάθηκε καλά στο δεύτερο ματς ή την κοίταξε στα ίσια; Αντιμετώπισε μια ομάδα με δεκάδες προβλήματα, που περνάει μεγάλη κρίση εδώ και μια πενταετία, ήρθε να παίξει στην Αθήνα χωρίς έξι βασικά της στελέχη, χωρίς ψυχολογία, με μπόλικη γκρίνια και αποδυτήρια έτοιμα ανά πάσα στιγμή για έκρηξη. Και η Ελλάδα δεν έκανε ευκαιρία σε ματς που καιγόταν για τη νίκη. Καλά τα επικά και τα πατριωτικά σχόλια αλλά φτάνει. Μπουχτίσαμε. Ας κοιτάξουμε λίγο και την ουσία.
Όταν ο Ρεχάγκελ έπαιζε με σύστημα 3-6-1 τα ΜΜΕ και οι προπονητές της εξέδρας έπεφταν να τον φάνε. Μιλούσαν κι έγραφαν για μίρλα, μιζέρια, ποδόσφαιρο του ‘50 και άλλα τέτοια όμορφα, που άλλαξαν επειδή η εθνική έκανε το θαύμα των θαυμάτων κι κατέκτησε το Euro. Γιατί ακόμη κι αν έχανε στον τελικό από την Πορτογαλία, ο Ρεχάγκελ θα έφευγε περίπου ως αποτυχημένος…
Αν ο Ρεχάγκελ έπαιζε σύστημα με τρία σέντερ φορ και πίσω τους σε ρόλο δημιουργικό τους Σιώπη και Μπουχαλάκη, θα του είχαν πάρει το δίπλωμα, και θα τον είχαν στείλει εξορία για 4 χρόνια στα… Ιμια! Όμως τώρα, το σύστημα ΕΠΟ στηρίζει με όλα της τα μέσα τον Πογέτ και καλά κάνει ως ένα βαθμό. Άλλο στηρίζω όμως κι άλλο δεν δέχονται κριτική. Θα καταλήξω και πάλι να πω: τον Φορτούνη που ο Πογέτ πέταξε από την εθνική ομάδα σε τέτοιες περιπτώσεις τον χρειάζεται η εθνική. Τον απρόβλεπτο σε κινήσεις και δημιουργία Κωνσταντέλια για αυτό τον λόγο τον χρειάζεται η εθνική. Και για να μη παρεξηγούμαστε: δεν λέω να παίζουν βασικοί. Όμως δεν γίνεται να μη τους έχεις στην αποστολή. Εστω για ένα δεκάλεπτο στο τέλος που το πράγμα έχει ζορίσει, είναι δύο ποδοσφαιριστές που μπορούν να σου κάνουν το απίθανο και να λύσουν τον γόρδιο δεσμό. Όμως ο Πογέτ προτιμάει σε ρόλο τέτοιον τον Μπουχαλάκη και τον Σιώπη. Δεν υποτιμώ τους δύο παίκτες, ίσια-ίσα τους εκτιμώ αφάνταστα. Όμως δεν είναι αυτή η δουλειά τους στον αγωνιστικό χώρο. Τόσο απλά…
Υ.Γ. Οσο για τις δηλώσεις Πογέτ κατά του μεγάλου Μαρσέλο Μπιέλσα στον πάγκο της Ουρουγουάης, τον οποίο σχεδόν απαξίωσε ο Γουστάβος για… λάθος επιλογές του στην 11άδα στην ήττα από το Εκουαδόρ για τα προκριματικά του Μουντιάλ 2026 τον περασμένο Σεπτέμβριο, ας δει τα επόμενα παιχνίδια της Ουρουγουάης για να καταλάβει τη διαφορά, δυο μήνες μετά. Και ειδικά το χθεσινοβραδινό ματς με τη Βραζιλία, την οποία η Ουρουγουάη όχι μόνο νίκησε καθαρά 2-0 αλλά την υποχρέωσε σε μόλις δύο τελικές στο ματς κι αυτές εκτός στόχου…