Ο Σωκράτης Διούδης, παραχώρησε στο podcast «Κουβέντα στο ΠΙ & ΦΙ» τη συνέντευξη της ζωής του.
Ο Έλληνας πορτιέρε για πρώτη φορά μίλησε ανοιχτά και συγκλόνισε με την αποκάλυψή του για το γεγονός πως χρειάστηκε τη βοήθεια ειδικού ψυχολόγου για να ξεπεράσει το τέλος της συνεργασίας του με τον Παναθηναϊκό.
Ακόμη ανέφερε το παράδειγμα του Τάσου Μπακασέτα και μία σειρά από πολλές αποκαλύψεις σε μία τηλεοπτική κουβέντα-εξομολόγηση με πολλή συναίσθημα για τη μέχρι τώρα επαγγελματική του πορεία.
Αναλυτικά:
Για το πως νιώθει μετά το νέο συμβόλαιο που υπέγραψε:
«Είμαι πολύ χαρούμενος. Ουσιαστικά το πρώτο μέλημά μου όταν πήγα στην Πολωνία ήταν αυτό να επανέλθω στα γήπεδα, να βρω αγωνιστικό ρυθμό, να μπω ξανά στο παιχνίδι γιατί μου έχει λείψει πάρα πολύ. Είχα μια μεγάλη αποχή και ήθελα να ξεφύγω από αυτό το μπλέξιμο που υπήρχε στην κατάσταση που είχα βρεθεί στον Παναθηναϊκό, διότι ήμουνα και πολύ καιρό εκτός ομάδας και δεν αγωνιζόμουν. Και ξέρεις δεν είναι μόνο το αγωνιστικό, κομμάτι αλλά και το ψυχολογικό κομμάτι.
Είναι μεγάλη η επιβάρυνση που έχουμε και ουσιαστικά το μέλημά μου ήταν ένα. Να πάω σε μία ομάδα που θα μου δώσει τη δυνατότητα να επιστρέψω στο παιχνίδι και να ξεφύγω πολύ από αυτή την κατάσταση που είχα βρεθεί. Γι’ αυτό και ο λόγος που υπέγραψα για 6 μήνες. Ουσιαστικά, για να είμαι ειλικρινής δεν ήξερα και εγώ πολλά πράγματα, ούτε για την ομάδα, ούτε για το Πολωνικό πρωτάθλημα. Ευτυχώς, τα πράγματα πήγαν πάρα πολύ καλά για μένα. Έζησα 6 πολύ όμορφους μήνες στην Πολωνία και αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που με έκανε να υπογράψω για περισσότερο καιρό».
Για το ρίσκο αυτής της απόφασης:
«Όχι, ήταν τεράστιο ρίσκο διότι ήμουνα για πολλά χρόνια βασικός τερματοφύλακας σε ένα μεγάλο σύλλογο όπως ο Παναθηναϊκός. Ήμουν εν ενεργεία, διεθνής και ξαφνικά βρέθηκα εκτός αγωνιστικών χώρων. Υπήρχε μεγάλο ρίσκο σε αυτή την απόφαση, διότι υπέγραψα για 6 μήνες μόνο. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά, διότι άμα κυλούσε κάπως διαφορετικά η σεζόν για μένα ενδεχομένως να κάναμε άλλη κουβέντα αυτή τη στιγμή.
Συν τοις άλλοις τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο δεν είχα πάρα πολλές επιλογές για να πετύχω αυτό που σου είπα, δηλαδή μία ομάδα να μου δώσει τη δυνατότητα να υπογράψω για τόσο μικρό χρονικό διάστημα και ουσιαστικά να μου δώσει την ευκαιρία να επανέλθω στο παιχνίδι και να να πάρω ξανά αγώνες και αυτοπεποίθηση. Σίγουρα έχει μεγάλο ρίσκο, όμως επειδή πιστεύω αρκετά στις δυνατότητές μου, έχω πάρει πολλά ρίσκα στην καριέρα μου, αλλά μου βγήκαν, αλλά όχι ευτυχώς αυτή τη φορά πήγαν όλα καλά».
Για το τι ήταν αυτό που τον έκανε εντύπωση στην Πολωνία:
«Η οργάνωση όσον αφορά την ομάδα, γιατί όπως σου είπα στην αρχή δεν ήξερα πάρα πολλά πράγματα για για εκείνους. Όταν πήγα εκεί είδα μια ομάδα πάρα πολύ οργανωμένη με τις εγκαταστάσεις της, έχει ξενοδοχείο για τις ακαδημίες, έχει πολλά γήπεδα στο προπονητικό γυμναστήρια τα πάντα. Ένα γήπεδο πάρα πολύ όμορφο όπως βέβαια και οι περισσότερες ομάδες στην Πολωνία. Οι συνθήκες που αγωνιζόμαστε είναι εξαιρετικές και το επίπεδο είναι πολύ υψηλό όσον αφορά τις εγκαταστάσεις και τις υποδομές και επίσης το πρωτάθλημα για το οποίο δεν γνώριζα, όπως είπα πάρα πολλά πράγματα μέχρι τότε είναι πάρα πολύ ανταγωνιστικό. Σχεδόν όλες οι ομάδες είναι του ίδιου επιπέδου και αυτό κάνει τα παιχνίδια αμφίρροπα».
Για το αν ανέκτησε την χαμένη ψυχολογία του:
«Πάρα πολύ και νομίζω ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό κομμάτι. Το πώς θα διαχειριστείς όλη αυτή την κατάσταση με τα εμπόδια που θα συναντήσεις και τις άσχημες συνθήκες που ενδεχομένως θα βρεις μπροστά σου. Ένας λόγος που αισθάνομαι περήφανος είναι αυτός διότι μετά από μια τόσο μεγάλη αποχή, μπήκα μετά από 8 μήνες ουσιαστικά ξανά σε επίσημο αγώνα και έδειξα ανεπηρέαστος. Λες και έπαιζα συνεχόμενα παιχνίδια. Βασικά δεν είναι μόνο αυτό που έδειξα αλλά αυτό που νιώθω. Αυτό που νιώθει ένας αθλητής είναι το πιο σημαντικό. Εγώ ένιωσα ότι δεν μου έλειπε καθόλου αγωνιστικός ρυθμός και ουσιαστικά συνέχισα από εκεί που είχα σταματήσει».
Για την παρουσία των Ελλήνων στο Πολωνικό πρωτάθλημα:
«Είναι συνήθως αυτοί οι παίκτες που θα κάνουν την αρχή για το τι εικόνα θα δώσουνε για τη χώρα και για το επίπεδό μας. Τα παιδιά που πήγαν στην Πολωνία είχαν πολύ καλή παρουσία. Οι άνθρωποι των ομάδων εκεί στη χώρα ήταν ικανοποιημένοι, οπότε άρχισαν να εμπιστεύονται περισσότερο τον Έλληνα ποδοσφαιριστή. Νομίζω αυτό είναι το πιο σημαντικό. Τα παιδιά στη Ρακόφ πετύχανε κάτι πολύ σπουδαίο, διότι η Ρακόφ δεν είναι μια από τις παραδοσιακά μεγάλες δυνάμεις της χώρας.
Για την διαφορά μεταξύ του Πολωνικού και Ελληνικού πρωταθλήματος:
«Το Πολωνικό πρωτάθλημα είναι πραγματικά πολύ μπροστά. Για μας τους αθλητές είναι πολύ σημαντικό το να να παίζεις σε τέτοιες συνθήκες. Νιώθεις ότι ανήκεις στο κορυφαίο επίπεδο όταν καθημερινά προπονείσαι και έχεις όλες τις παροχές και δεν σου λείπει τίποτα, κοιτάς μόνο το πώς να βελτιωθείς και έχεις όλα αυτά τα εφόδια για να το κάνεις. Όταν κάθε Κυριακή παίζεις εντός είτε εκτός, σε γεμάτα γήπεδα είναι πολύ όμορφα, όπως και τα μεγάλα στάδια είναι το κάτι άλλο. Είναι κάτι που κάθε ποδοσφαιριστής χαίρεται να να το βλέπει.
Όσον αφορά το αγωνιστικό στυλ υπάρχουν τεράστιες διαφορές με το πρωτάθλημα μας. Εκεί πηγαίνουν πιο πολύ στη φυσική κατάσταση, στη δύναμη και υπάρχουν πάρα πολλά τρεξίματα. Οι ομάδες παίζουν πολύ επιθετικά και θέλουν να σκοράρουν και πολλές φορές δεν προσέχουν τόσο τα νώτα τους, οπότε υπάρχει θέαμα για τον κόσμο και συνήθως και πολλά γκολ».
Για το αν ήθελε να ξαναπαίξει σε ομάδα του εξωτερικού:
«Ήθελα σίγουρα να ζήσω την εμπειρία ξανά του εξωτερικού. Δεν μπορώ να πω ότι ήταν απωθημένο, γιατί από μικρός σίγουρα είχα στόχο να γίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Όταν ήμουνα παιδάκι και έπαιζα στις ακαδημίες του Άρη δεν μπορούσα τότε να σκεφτώ ότι υπάρχει περίπτωση να αγωνιστώ στο εξωτερικό. Όσο περνούν τα χρόνια και όσο πετυχαίνεις κάποιους στόχους, τότε βλέπεις ότι μπορείς να πετύχεις και περισσότερα πράγματα και ουσιαστικά βάζεις καινούργιους στόχους και θέλεις να τους κατακτήσεις.
Όμως, επειδή η εμπειρία μου τότε δεν ήταν η καλύτερη δυνατή, ήμουν αρκετά μικρός σε ηλικία και ουσιαστικά είχα φύγει σε μια ξένη χώρα ολομόναχος. Δεν είχα καθόλου εμπειρία για να το διαχειριστώ όλο αυτό. Δεν ήμουν έτοιμος ουσιαστικά για να το κάνω αλλά πλέον είμαι. Είχα πάει πιο συνειδητοποιημένος, είμαι πιο έμπειρος και απόλυτα έτοιμος για να ζήσω αυτή την εμπειρία και για αυτό νομίζω ότι βγαίνει κιόλας στην απόδοσή μου».
Για το ενδεχόμενο επιστροφής στην Ελλάδα:
«Ποτέ δεν κάνω τόσο μακροπρόθεσμα σχέδια και ποτέ δεν λέω όχι, γιατί η ζωή μου έχει δείξει ότι είναι γεμάτη ανατροπές και πραγματικά δεν ξέρεις πως μπορεί να σου τα φέρει. Σίγουρα, από την στιγμή που παίζω στο εξωτερικό και παίζω πλέον σε άλλο επίπεδο, με πολύ καλύτερες συνθήκες από αυτές που συναντούσα στο ελληνικό πρωτάθλημα, το κύριο μέλημά μου είναι να το ζήσω όσο περισσότερο μπορώ και να μείνω στο εξωτερικό
Όλα αυτά τα χρόνια που αγωνιζόμουν στην Ελλάδα ειδικά όταν παίζεις σε ένα μεγάλο σύλλογο, που είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος, οι μεγάλοι σύλλογοι έχουν λυμένα αυτά τα θέματα με τις εγκαταστάσεις, έχουν πολύ κόσμο, έχουν την πίεση του πρωταθλητισμού και είναι ωραίο και αυτό για έναν ποδοσφαιριστή. Ποτέ δεν ξέρεις πώς θα τα φέρει η ζωή, εγώ έχω περάσει το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας μου στην Ελλάδα, είμαι ικανοποιημένος από αυτό και μπορεί στο μέλλον να ξαναεπιστρέψω».
Για το αν αδικήθηκε στον Παναθηναϊκό:
«Η απάντηση είναι προφανής. Όταν πήγα στην ομάδα δεν ήταν οι συνθήκες αυτές. Η ομάδα έπαιζε στο Europa League και το πρώτο παιχνίδι που βρέθηκα στο γήπεδο για να δω τη νέα μου ομάδα ήταν απέναντι στην Αθλέτικ Μπιλμπάο. Είχαμε πολύ καλή ομάδα, πολύ καλούς ποδοσφαιριστές, είχαν γίνει και άλλες κινήσεις εκείνο το καλοκαίρι που είχα πάει εγώ στην ομάδα όμως χωρίς να γνωρίζω το λόγο και από τη στιγμή που αποκλείστηκε η ομάδα από την Ευρώπη, ξαφνικά άρχισαν να υπάρχουν πολλά προβλήματα με παίκτες οι οποίοι ήταν σημαντικοί για το σύλλογο να αποχωρούν. Εμείς που μείναμε πίσω, αντιμετωπίζαμε πολλά προβλήματα στην καθημερινότητα. Υπήρχαν οικονομικά προβλήματα και άλλα προβλήματα βέβαια που δεν αρμόζουν σε ένα σύλλογο του μεγέθους του Παναθηναϊκού και νομίζω δεν αξίζει τώρα να το αναφέρω. Ξεκινήσαμε ουσιαστικά ξανά από το μηδέν. Η ομάδα έπρεπε να στηριχθεί σε νέους ποδοσφαιριστές, κυρίως Έλληνες και δεν ήξερε τι μπορεί να περιμένει.
Εμείς αντίστοιχα ήμασταν παίκτες οι οποίοι θα έπρεπε να αποδείξουμε ότι αξίζουμε να παίζουμε σε ένα τόσο μεγάλο σύλλογο και ότι μπορούμε να σηκώσουμε τη φανέλα. Εγώ από τη μεριά μου επειδή για να μιλήσω προσωπικά ήμουν από τους πιο παλιούς από την αρχή αυτής της ιστορίας και ουσιαστικά ήμουν από τους λίγους που μείναμε μέχρι το τέλος. Νομίζω ότι αυτό το έκανα. Απέδειξα με όλη μου την πορεία στην ομάδα ότι άξιζα να φοράω τη φανέλα και ότι μπορούσα να σηκώσω το βάρος και να το διαχειριστώ. Η αλήθεια είναι ότι με την πορεία που είχα, επειδή ο κόσμος δεν γνωρίζει πολλά πράγματα, οι άνθρωποι που είναι μέσα στο σύλλογο γνωρίζουν τα πάντα. Γνωρίζουν ό,τι περάσαμε, γνωρίζουν πως συμπεριφερθήκαμε αυτοί που είμαστε μέσα από την ομάδα και πως ουσιαστικά βοηθήσαμε το σύλλογο να βγει από αυτή τη δύσκολη κατάσταση.
Γιατί θέλω να σου πω ότι σε μια ομάδα όταν υπάρχουν τόσο μεγάλα προβλήματα, εγώ παραδείγματος χάρη το βλέπω τώρα τον εαυτό μου όταν είμαι σε μια ομάδα του εξωτερικού και έχω οικονομικά προβλήματα και έχω να ζήσω την οικογένειά μου και να τους φροντίσω, δεν θα σκεφτώ τόσο πολύ τον σύλλογο, θα κοιτάξω ποιο είναι το καλύτερο για μένα. Αυτό κάνανε και οι ξένοι που ήταν τότε στην ομάδα και είναι απολύτως λογικό και κατανοητό. Όμως εμείς οι Έλληνες από τη μεριά μας που αφουγκραζόμαστε περισσότερο το σφυγμό του συλλόγου και του κόσμου είναι άλλο το δέσιμο. Γνωρίζουμε πολύ καλά πόσο μεγάλος είναι ένας σύλλογος και ότι πρέπει να κάνουμε κάτι και εμείς από τη μεριά μας να τον βοηθήσουμε να βγει από τη δύσκολη θέση που βρέθηκε μαζί με τους ανθρώπους που είναι μέσα στην ομάδα.
Το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά αλλά για κάποιους παίκτες όπως εγώ περίμενα κάποια διαφορετική αντιμετώπιση. Σίγουρα έτσι είναι οι σχέσεις στη ζωή και στο ποδόσφαιρο. Κάποια στιγμή φτάνουν σε ένα τέλος. Όμως αυτό το τέλος πρέπει να είναι όπως αξίζει στον καθένα».
Για το αν τον πληγώνει το τέλος της διαδρομής του στον Παναθηναϊκό: «Ακόμα όχι. Το έχω ξεπεράσει γιατί η ζωή προχωράει. Έχω κάνει το επόμενο βήμα στην καριέρα μου και στη ζωή μου και κοιτάω το παρόν και το μέλλον από εδώ και πέρα όμως ναι, με πλήγωσε πάρα πολύ. Ήταν πολύ δύσκολο να το διαχειριστώ. Έκανα πάρα πολύ καιρό να το ξεπεράσω. Δεν κατάφερα να το ξεπεράσω μόνος μου. Όλη αυτή η κατάσταση στην οποία είχα περιέλθει ήταν μεγάλο βάρος για μένα και σε μια γενικότερα έντονη και δύσκολη στιγμή της ζωής μου.
Και μπορώ να σου πω ότι αυτό που με βοήθησε να το ξεπεράσω ήτανε το γεγονός ότι ζήτησα βοήθεια από έναν ειδικό. Δεν είναι νομίζω ότι είναι κακό να το πω αυτό. Οι επαγγελματίες αθλητές του δικού μου επιπέδου, έχουμε πολύ μεγάλη πίεση να διαχειριστούμε και πολλές φορές όσο δυνατός κι αν είσαι, έρχονται στιγμές που λυγίζεις. Οπότε λοιπόν, με τη βοήθεια που πήρα, έπειτα από μεγάλο μεγάλο χρονικό διάστημα, κατάφερα να το διαχειριστώ. Κατάφερα να το ξεπεράσω, να ξαναπατήσω τα πόδια μου και ουσιαστικά να επανέλθω στο επίπεδο που ήμουνα και πριν συμβούν όλα αυτά».
Για το πόσο βοηθήθηκε από τον ειδικό ψυχολόγο:
«Ήταν πολύ σημαντική η βοήθεια. Δεν είχα ποτέ σκοπό να το αναφέρω για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο. Δεν ήθελα ο κόσμος να νομίζει ότι η απόδοση ενός αθλητή στο γήπεδο επηρεάζεται από αυτό και να υπάρχει μια δικαιολογία για μένα καθαρά μόνο για αυτό. Επειδή και εγώ πήρα δύναμη από μια αντίστοιχη περίπτωση ενός συμπαίκτη μου, δεν είναι κακό να το αναφέρω, του Τάσου Μπακασέτα, του αρχηγού της Εθνικής, ο οποίος στο παρελθόν είχε μιλήσει δημόσια για αυτό που περνούσε ο ίδιος.
Εγώ μέχρι τότε δυσκολευόμουνα να απευθυνθώ σε κάποιον για να με βοηθήσει, γιατί ήμουν λίγο χαμένος και δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ. Μου έδωσε δύναμη αυτό που είχα ακούσει από τον Τάσο και μάλιστα δεν έχω μιλήσει ποτέ προσωπικά μαζί του για να του πω ότι με ενέπνευσε. Το κάνω πρώτη φορά δημόσια, οπότε νομίζω ότι είναι καλό να πω και εγώ την δική μου ιστορία και για αυτό ακριβώς το λόγο που είπες, για να βοηθήσω και κάποιον άλλον που θα βρεθεί σε μια παρόμοια κατάσταση και δεν γνωρίζει πώς να την διαχειριστεί».
Για το πόσο σημαντική είναι η ψυχολογική βοήθεια από τους ειδικούς: «Σίγουρα ο κόσμος πρέπει να αρχίσει να καταλαβαίνει ότι και εμείς οι αθλητές είμαστε άνθρωποι, με τους ίδιους προβληματισμούς που έχουν και εκείνοι, με τα ίδια προβλήματα, με τις ίδιες αμφιβολίες. Πραγματικά με όλα τα συναισθήματα που μπορεί να έχει ο οποιοσδήποτε άνθρωπος. Όταν βρίσκεσαι σε μια δύσκολη κατάσταση πολλές φορές είναι εξαιρετικά δύσκολο να το διαχειριστείς μόνος σου».
Για το πόσο σημαντική είναι η ψυχολογική βοήθεια από τους ειδικούς:
«Σίγουρα ο κόσμος πρέπει να αρχίσει να καταλαβαίνει ότι και εμείς οι αθλητές είμαστε άνθρωποι, με τους ίδιους προβληματισμούς που έχουν και εκείνοι, με τα ίδια προβλήματα, με τις ίδιες αμφιβολίες. Πραγματικά με όλα τα συναισθήματα που μπορεί να έχει ο οποιοσδήποτε άνθρωπος. Όταν βρίσκεσαι σε μια δύσκολη κατάσταση πολλές φορές είναι εξαιρετικά δύσκολο να το διαχειριστείς μόνος σου».
Για το ποια ήταν η καλύτερη στιγμή του:
«Δεν μπορώ να πω μια συγκεκριμένη στιγμή να θυμάμαι κάτι πολύ συγκεκριμένο πέρα από την κατάκτηση του Κυπέλλου, όπου νιώσαμε πολλά παιδιά που ήμασταν από τα δύσκολα χρόνια, νιώσαμε μια δικαίωση μετά από όλα αυτά που είχαμε περάσει στο σύλλογο. Νομίζω όμως το δέσιμο που είχαμε τις χρονιές όπου ήμασταν πολλοί Έλληνες στην ομάδα όπου αντιμετωπίσαμε πολλές δυσκολίες. Νομίζω την περίοδο που ήταν ο Γιώργος Δώνης, προπονητής εκείνης της περιόδου, θυμάμαι περισσότερο που είχαμε μια φοβερή συσπείρωση και ενώ ο κόσμος, είχε αμφιβολίες στην αρχή και δεν ήξερε τι μπορεί να περιμένει από την ομάδα είδε νέα παιδιά στον αγωνιστικό χώρο να τα δίνουν όλα για το σύλλογο και μας στήριξε έχοντας ένα φοβερό δέσιμο. Αυτές τις περιόδους θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά στο μυαλό μου».
Για το ποιον προπονητή ξεχωρίζει από αυτούς που συνεργάστηκε:
«Ξέρεις κάτι από όλους παίρνεις κάτι. Εγώ αυτό έχω δει μέχρι στιγμής στην καριέρα μου, είτε είναι κάτι θετικό είτε κάτι αρνητικό. Από όλους έχεις να μάθεις. Εγώ κοιτάζω και τους προπονητές τερματοφυλάκων, με τους οποίους έχω συνεργαστεί, γιατί όπως ξέρεις μέσα στην ομάδα, εμείς οι τερματοφύλακες είμαστε ένα μικρό ξεχωριστό γκρουπ, μία ξεχωριστή ομάδα ουσιαστικά μέσα στην ομάδα οπότε και από τους προπονητές τερματοφυλάκων μπορείς να πάρει πολλά πράγματα. Σίγουρα δεν θα ξεχάσω ποτέ την ευκαιρία που μου έδωσε ο Γιώργος Δώνης να παίξω σε ένα τόσο μεγάλο σύλλογο και με την εμπιστοσύνη με την οποία με περιέλαβε, πραγματικά ένιωθα πάρα πολύ σημαντικός εκείνη την περίοδο για την ομάδα.
Ήξερα ότι οι προπονητές μου με εμπιστεύονται και περιμένουν πάρα πολλά από μένα και το είχα βγάλει στον αγωνιστικό χώρο. Επίσης θυμάμαι ότι εκείνη την περίοδο και με τον προπονητή τερματοφυλάκων μου που είχα στο τιμόνι τον Παναγιώτη Μαλιαρίτση, ο οποίος είναι από τους καλύτερους που έχω συνεργαστεί, βελτίωσα πάρα πολύ το παιχνίδι μου και έβαλα πολλά κομμάτια, πολλά στοιχεία τα οποία δεν είχα μέχρι τότε. Νομίζω αυτό ήταν το σημείο κλειδί για μένα που άρχισα να αλλάζω επίπεδο σαν τερματοφύλακας».
Για το τι θέση έχει στην καρδιά του ο Παναθηναϊκός:
«Έχει πολύ σημαντική θέση δεν το συζητώ, νομίζω πάντα θα ενδιαφέρομαι για το σύλλογο και εννοείται πως παρακολουθώ την πορεία του. Ήθελα πάρα πολύ να κατακτήσει το πρωτάθλημα για όλους τους λόγους που σου ανέφερα. Δυστυχώς δεν το κατάφερε, όμως νομίζω ότι είναι στο σωστό δρόμο. Η ομάδα έχει δείξει ότι έχει αφήσει πίσω της τις δύσκολες περιόδους του πρόσφατου παρελθόντος. Και κάνει σιγά σιγά βήματα για να επανέλθει εκεί που αξίζει. Η Ευρώπη είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στην εξίσωση, γιατί ο Παναθηναϊκός είναι μία ομάδα η οποία ανέκαθεν είχε πολύ καλές ευρωπαϊκές παρουσίες και φυσικά έχοντας ζήσει τόσες στιγμές με τον σύλλογο εύχομαι πάντα να πηγαίνει καλά».
Για το πως προέκυψε το παρατσούκλι Μπάτμαν:
«Ουσιαστικά είναι κάτι που προέκυψε από την πορεία μου στον Παναθηναϊκό. Ανέκαθεν είχα μια λατρεία για το συγκεκριμένο ήρωα από μικρό παιδί και ήταν κάτι που το ήξεραν οι συμπαίκτες μου. Οπότε μετά από κάποιες καλές εμφανίσεις που είχα κάνει στον Παναθηναϊκό άρχισαν να με φωνάζουν ”Μπάτμαν” χαριτολογώντας. Ξέρεις, οι δημοσιογράφοι δεν θέλουν πολύ για να το πάρουν αυτό και να το κολλήσουν σε κάποιον παίκτη και έτσι έγινε. Είναι κάτι που με ακολουθεί και στην Πολωνία, στην παρουσίασή μου με παρουσίασαν σαν Μπάτμαν.
Μάλιστα μία πολύ όμορφη στιγμή που θυμάμαι ήταν όταν σε έναν αγώνα όλα τα παιδάκια στο γήπεδο φορούσαν μάσκες του Μπάτμαν το οποίο είχε οργανώσει ο ο σύλλογος. Είδα τις φωτογραφίες μετά τον αγώνα και δεν το πίστευα. Είναι κάτι που στην Ελλάδα δεν θα γινόταν ποτέ. Άρα εκτός από τον κόσμο της ομάδας το χάρηκαν και τα παιδάκια που ειδικά λατρεύουν τέτοιες τέτοιες ιστορίες και τους αρέσει να ταυτίζονται με κάποιον ποδοσφαιριστή, πόσο μάλλον όταν έχει και το παρατσούκλι ενός αγαπημένου τους ήρωα».
Για το γεγονός ότι έχει ζήσει στην Αθήνα επτά χρόνια αλλά δεν αλλάζει τη Θεσσαλονίκη με τίποτα, είπε:
«Εμείς οι Θεσσαλονικείς το έχουμε αυτό. Μου αρέσουν πιο πολύ οι ρυθμοί της Θεσσαλονίκης. Στην σύγκριση Αθήνα – Θεσσαλονίκη με τραβάει ότι οι ρυθμοί είναι πιο χαλαροί.
Για την Αθήνα:
Είναι πάρα πολύ όμορφη πόλη. Πέρασα πολύ όμορφα χρόνια. Θα ήθελα να ξανά ζήσω εκεί. Αλλά η κίνηση στην Αθήνα μπορεί να σε τρελάνει».
Για το αν του λείπει η Εθνική που πλέον δεν είναι μέλος:
«Ναι μου λείπει πάρα πολύ. Ήμασταν μαζί με τον κύριο Φαν Σχιπ και έπρεπε να χτίσουμε κάτι από την αρχή. Το πιο σημαντικό που είχαμε καταφέρει μαζί με τους προπονητές ήταν να κάνουν τους παίκτες να θέλουν σαν τρελοί να πάνε στην Εθνική και να παίξουν».
Παράλληλα πρόσθεσε για την αποχή του από την Εθνική:
«Εγώ σέβομαι πάντα τις αποφάσεις των προπονητών και δεν είχα κάποια απαίτηση να με καλέσει φέτος στην Εθνική. Ελπίζω από την νέα σεζόν να είμαι υγιής και να αποδείξω ότι αξίζω και εγώ να είμαι μέλος αυτής της ομάδας».