Στα 766 – 768 ευρώ μικτές αποδοχές από τα 713 ευρώ που είναι σήμερα
Στα επίπεδα του 7,5% έως 7,75% προσανατολίζεται η κυβέρνηση να αυξήσει τον κατώτατο μισθό, ο οποίος έτσι θα ανέλθει από τα 713 ευρώ που είναι σήμερα στα 766 – 768 μικτές αποδοχές.
Πρόκειται για μία αύξηση που ταυτίζεται με την αντίστοιχη που δόθηκε από την 1η.1.23 στις κύριες συντάξεις, άσχετα εάν εκεί η ύπαρξη της προσωπικής διαφοράς είχε ως αποτέλεσμα περίπου οι μισοί από τους δικαιούχους να μην την καρπωθούν ολόκληρη. Επίσης, αναμένεται να λειτουργήσει εξισορροπιστικά ανάμεσα στις μικρότερες αυξήσεις που έχουν προτείνει ορισμένοι εκ των εργοδοτικών φορέων (π.χ. ΣΕΒ, ΣΕΤΕ 5%-6%, δηλαδή στα επίπεδα του φετινού πληθωρισμού), αλλά και στις αισθητά υψηλότερες (15,8% και 826 ευρώ) που έχει ζητήσει η ΓΣΕΕ.
Και μείωση ασφαλιστικών εισφορών
Παράλληλα στις εξαγγελίες, που πρέπει να γίνουν έως τις αρχές Μαρτίου, θα υπάρχει ειδική αναφορά και στο σκέλος της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, που αποτελεί διακαή πόθο των εργοδοτικών φορέων. Μια μείωση που θα κυμαίνεται από δύο έως τρεις ποσοστιαίες μονάδες και η οποία θα πραγματοποιηθεί την επόμενη τετραετία, αν παραμείνει στην εξουσία η σημερινή κυβέρνηση. Δεν είναι τυχαίο ότι για το συγκεκριμένο θέμα έχει ήδη κάνει σχετική αναφορά και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στη συνέντευξη Τύπου που είχε παραχωρήσει πριν από μερικές εβδομάδες για θέματα οικονομίας και ακρίβειας. Εκεί, βέβαια, είχε αποφύγει να αναφερθεί σε συγκεκριμένο ποσοστό, είχε όμως επιβεβαιώσει ότι είναι πράγματι στις προθέσεις της κυβέρνησης να συνεχιστεί η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Υπενθυμίζεται ότι ήδη οι ασφαλιστικές εισφορές έχουν υποχωρήσει κατά 4,4 ποσοστιαίες μονάδες και απομένει να μειωθούν ακόμη 0,6 της μονάδας, ώστε να πιαστεί ο στόχος που είχε τεθεί από την κυβέρνηση από το 2019. Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η πρόταση του ΣΕΒ, που μαζί με όλες τις υπόλοιπες προτάσεις εκπροσώπων εργοδοτών και εργαζομένων, αλλά και επιστημονικών φορέων, πρόκειται εντός της ημέρας να παραληφθούν από το ΚΕΠΕ. Εν συνεχεία, το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί από το υπουργείο Εργασίας, πρέπει έως τις 28 Φεβρουαρίου να υποβάλει το τελικό πόρισμά του. Ακολούθως, ο αρμόδιος υπουργός Κωστής Χατζηδάκης θα εισηγηθεί την πρότασή του για το ποσοστό αύξησης των βασικών αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα και μέχρι τις 10 Μαρτίου θα πρέπει να συνεδριάσει το Υπουργικό Συμβούλιο για να την επικυρώσει, έτσι ώστε από την 1η Απριλίου να εφαρμοστεί σε περίπου 650.000 εργαζόμενους.
Η θέση του ΣΕΒ
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρότασή του ο ΣΕΒ περιγράφει σενάρια συνδυαστικής αύξησης του κατώτατου μισθού και παράλληλης μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, θέλοντας να καταδείξει ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο οι τελικές αυξήσεις για τους εργαζόμενους θα είναι πολύ μεγαλύτερες. Βέβαια, ο Σύνδεσμος πρότεινε αυξήσεις 5%-6%, αλλά, ακόμα και έτσι, πιθανή μελλοντική μείωση ασφαλιστικών εισφορών επιφέρει πρόσθετα οικονομικά οφέλη για τους εργαζόμενους. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι αν επιλέξει η κυβέρνηση αύξηση 6% και ταυτόχρονα δεσμευτεί για μείωση εισφορών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες, τότε η τελική αύξηση θα ανέλθει στο 9,7% για όσους αμείβονται με τις κατώτατες αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα.
Σε κάθε περίπτωση, το Οικονομικό Επιτελείο στις οριστικές αποφάσεις που καλείται να λάβει επιδιώκει να συγκεράσει την προφανή ανάγκη των εργαζομένων για αυξημένες αποδοχές, λόγω ακρίβειας και διαρκών ανατιμήσεων σε βασικά αγαθά, με τη διατήρηση της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ΚΕΠΕ έχει διαπιστώσει πως οι αυξήσεις που δόθηκαν το 2022 σε δύο φάσεις και έφτασαν στο 9,7%, είχαν δυσμενείς επιπτώσεις στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, στοιχείο που αποτυπώθηκε στην αύξηση της απασχόλησης. Το 2022 η συγκεκριμένη αύξηση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ήταν μόλις 0,36%, ενώ ανήλθε στο 5,02% στις μεγάλες επιχειρήσεις. Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι οι πιο μικρές σε μέγεθος επιχειρήσεις, που αποτελούν όμως τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, δυσκολεύτηκαν να απορροφήσουν την αύξηση των βασικών αποδοχών στους εργαζομένους τους και έτσι περιόρισαν τις περαιτέρω προσλήψεις τους.
Πηγή: naftemporiki.gr