Το ημερολόγιο δείχνει 26 Απριλίου του 1986 και η ροή της ιστορίας αλλάζει. Ο κόσμος έρχεται αντιμέτωπος με το πυρηνικό δυστύχημα του Τσέρνομπιλ. Χιλιάδες άνθρωποι διαγνώστηκαν με καρκίνο και λευχαιμία, εξαιτίας της έκθεσής τους στη ραδιενέργεια, ενώ πολλές μητέρες αναγκάστηκαν να τερματίσουν τις εγκυμοσύνες τους. Εκείνη την περίοδο, στην Αθήνα γεννιέται ένα παιδί. Ο Βαγγέλης Χατζής, τρεις μήνες μετά τη γέννησή του, παρουσίασε επιθετικό καρκίνωμα στο χέρι εξαιτίας της μόλυνσης που προήλθε από την ακτινοβολία. Aναγκάστηκαν να τον ακρωτηριάσουν, προκειμένου να σωθεί.
Παρά τις αντιξοότητες, ο Βαγγέλης κατάφερε πλέον, στα 36 του χρόνια, να γίνει ο μοναδικός επαγγελματίας μονόχειρας πυγμάχος του κόσμου και ένας από τους μικρότερους σε ηλικία προπονητές, ενώ άνοιξε τη δική του σχολή μποξ στο Περιστέρι. Κάνοντας αναδρομή στο παρελθόν, ο ίδιος, μιλώντας στο Reader, λέει πως, «όταν ήμουν μικρότερος, δεν μπορούσα να αντιληφθώ αυτό που μου έχει συμβεί τότε. Όμως, στην πορεία της ζωής μου αναπτύχθηκε ένα μετατραυματικό σοκ, το οποίο ήρθε αργότερα στην επιφάνεια και μου δημιούργησε κάποια θέματα».
«Προφανώς το ατύχημα και ο ακρωτηριασμός ήταν κάτι που με επηρέασε, γιατί έπρεπε από μικρή ηλικία να πηγαίνω σε κέντρα αποκατάστασης, να έρχομαι σε επαφή με άλλους ακρωτηριασμένους ανθρώπους, να παίρνω ας πούμε τη θλίψη και το συναίσθημα του πόνου, τα οποία σαν μικρό παιδί δεν μπορούσα πάντα να τα εξηγώ με τη λογική μου, ωστόσο αποτυπώνονταν μέσα μου».
Ο ακρωτηριασμός ωστόσο ήταν κάτι που δεν τον απορρόφησε ούτε κάτι που τον καθήλωσε. Αντίθετα, του δημιούργησε περισσότερο πείσμα να πάει κόντρα στις αντικειμενικές συνθήκες της ζωής του και να παλέψει για να καταφέρει αυτό που για πολλούς ήταν αδύνατο. «Από μικρός ήμουν στην Παραολυμπιακή Ομάδα κολύμβησης, όμως στην εφηβεία σταμάτησα, γιατί είχα κάποια μπλεξίματα. Πάντα μου άρεσε ο αθλητισμός», επισημαίνει.
Όταν έκλεισε τα 21, αποφάσισε να πάει στην Αγγλία, όπου και ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το μποξ. «Ήθελα να αποσυνδεθώ με την Ελλάδα, γιατί δεν μου άρεσαν οι καταστάσεις που βίωνα εδώ. Έτσι λοιπόν πήγα στην Αγγλία και εκεί ξεκίνησα να ασχολούμαι σοβαρά με την πυγμαχία και κατάλαβα πως αυτό είναι το άθλημα που μου ταιριάζει».
«Όταν ξεκίνησα επαγγελματικά την πυγμαχία, η αλήθεια είναι ότι μόνο εγώ πίστευα στον εαυτό μου, δεν είχα καμία στήριξη από τους γύρω μου. Και, αν έλεγα σε κάποιον πριν από 13 χρόνια ότι σήμερα θα είχα καταφέρει όλα αυτά, θα έλεγε πως είμαι τρελός».
Είναι ο μοναδικός πυγμάχος του κόσμου που έχει ακρωτηριαστεί και ασχολείται επαγγελματικά με το μποξ. «Υπάρχει ένα ακόμα παιδί στον Καναδά που είναι πρωταθλητής στο Muay Thai και έχει τον ίδιο ακρωτηριασμό με εμένα και άλλος ένας στο MMA. Στην πυγμαχία είμαι μόνο εγώ και μάλιστα είμαι ο πρώτος μονόχειρας που έχει μπει στο Boxrec – το πρώτο βιβλίο επαγγελματικής πυγμαχίας-, έχω πάρει τη ζώνη του Νo Limits στα 69 κιλά και έχω συμμετάσχει σε πολλούς αγώνες στην Αμερική».
«ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΩ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΩ ΑΡΤΙΜΕΛΕΙΣ»
«Αν ένας αρτιμελής αθλητής πρέπει να προπονείται δύο ώρες την ημέρα, εγώ προπονούμαι τρεις. Αν ένας αρτιμελής ξυπνάει στις 8 το πρωί για να τρέξει, εγώ ξυπνάω στις 6, ενώ αν το mindset του πρέπει να είναι πολύ απόλυτο στο κομμάτι της επιθετικότητας και στο πως χτίζει την ψυχολογία του βάσει του αντιπάλου του, τότε εγώ κοιμάμαι και ξυπνάω με την ιδέα του αντιπάλου μου. Όλα είναι θέμα αντιμετώπισης».
«Ναι, σίγουρα είμαι πολύ ακραίος και απόλυτος στην προπόνησή μου. Εξάλλου, οι ακραίες επιδόσεις θέλουν και ακραίους χαρακτήρες. Δε δίνω δικαιολογίες στον εαυτό μου, δεν επικεντρώνομαι σε αυτά που δεν έχω, δεν γκρινιάζω, δεν παραπονιέμαι, ό,τι είναι να κάνω στην προπόνηση, το φτάνω στα άκρα. Προσπαθώ σε κάθε προπόνηση να δίνω το 200% μου», εξηγεί ο Βαγγέλης.
«Όταν είσαι ένας άνθρωπος με ενάμιση χέρι και πρέπει να αντιμετωπίσεις ανθρώπους με δύο χέρια, οι οποίοι κάνουν το ίδιο σπορ με σένα και προετοιμάζονται το ίδιο σκληρά, εκ των πραγμάτων πρέπει να πας κόντρα στη φύση, πρέπει να είσαι στρατιώτης. Η προπόνηση που κάνεις δεν αρκεί να είναι απλά αθλητική, πρέπει να είναι στρατιωτική».
Μετά την επιστροφή από την Αγγλία, ανοίχτηκε μπροστά του ο κόσμος της προπονητικής. «Όταν κουράστηκα στην Αγγλία και αποφάσισα να επιστρέψω, η ΑΕΚ μου έδωσε την ευκαιρία να ξεκινήσω να ασχολούμαι, ως προπονητής πλέον στο άθλημα και είμαι ευγνώμων γιατί εκεί καθιερώθηκα και πλέον έχω δημιουργήσει το δικό μου σύλλογο, το Cobra Fighting Box & School στο Περιστέρι», λέει.
Ο αγώνας που θα θυμάται για πάντα, είναι ο πρώτος που έπαιξε όταν επέστρεψε στην Ελλάδα. «Ήταν η πρώτη φορά που έπαιζα μπροστά σε 3.000 κόσμο. Πήρα τρομερό vibe και πολλή ενέργεια μέσα από αυτό το παιχνίδι και ήταν το κίνητρο που με βοήθησε στη συνέχεια», εξηγεί.
«Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΛΑΜΒΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ»
Η αντιμετώπιση του κόσμου απέναντι σε έναν άνθρωπο με αναπηρία ποια είναι; «Στην αρχή, υπήρχαν δύο πόλοι: υπήρχε μια πλευρά που με αντιμετώπιζε υποστηρικτικά, σαν ένα θετικό παράδειγμα και υπήρχε μια άλλη που με αμφισβητούσε και θεωρούσε ότι παίρνω ευκολότερα τα παιχνίδια. Επειδή είμαι ένας άνθρωπος που θέλω να αποδεικνύω την αξία μου με τις πράξεις μου και όχι στα λόγια, τα παιχνίδια που έπαιξα στη συνέχεια, τους διέψευσαν».
Καθημερινά, ο ίδιος λαμβάνει μηνύματα από δεκάδες ανθρώπους -όχι μόνο από όσους μπορεί να έχουν κάποιον ακρωτηριασμό, αλλά και από ανθρώπους με διάφορα προβλήματα ψυχικής υγείας. «Έχω λάβει μήνυμα από άνθρωπο που αντιμετώπιζε κατάθλιψη και δεν μπορούσε να βγει από το σπίτι του, ο οποίος μου έγραφε πως σκεφτόταν να αυτοκτονήσει επειδή η ζωή του ήταν μίζερη, όμως βλέποντας μια συνέντευξή μου, απέκτησε κίνητρο να σηκωθεί, να παλέψει και να βρει ένα καινούργιο νόημα. Και νομίζω ότι το μεγαλύτερο βραβείο απ΄όλα, η μεγαλύτερη διάκριση που έχω πετύχει, είναι αυτή. Αν εγώ έγινα το πρότυπο ώστε ένας άνθρωπος να σώσει τη ζωή του, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι μεγαλύτερο από αυτό για εμένα», μου λέει.
Η καθημερινότητά του πλέον περιλαμβάνει πολλές ώρες της ημέρας τις οποίες αφιερώνει στην προπόνηση και τη διδασκαλία. «Όμως, πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν ισορροπίες, γιατί όταν επικεντρώνεσαι σε ένα πράγμα, υπάρχει άλλο κομμάτι του εαυτού σου που μπορεί να μένει πίσω και σταδιακά αδειάζεις. Οπότε προσπαθώ να δίνω χώρο στον εαυτό μου και να περνάω χρόνο με τους ανθρώπους που με γεμίζουν, για να μπορώ να διατηρώ τη ζωή μου σε μια ισορροπία. Μου αρέσει να ταξιδεύω, να πηγαίνω για φαγητό, αγαπώ το σινεμά, τη ζωγραφική, τη μουσική. Γενικότερα μου αρέσουνοι τέχνες. Οπότε, για μένα είναι πολύ σημαντικό να επενδύεις το ίδιο τόσο στην ψυχική όσο και στην σωματική σου υγεία», επισημαίνει ο Βαγγέλης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει κάποιος επαγγελματίας πυγμάχος, είναι πως πρέπει να είναι hardworker, στρατιώτης, πρέπει να μαθαίνει, πέρα από το να εκτελεί, να ακούει, και να είναι έτοιμος να θυσιάσει τα πάντα για ένα όνειρο, το οποίο μπορεί να πιστεύει μόνο ο ίδιος και ο προπονητής του.
» Από την άλλη, το να είσαι προπονητής είναι πιο πολυσύνθετο, γιατί έχεις να κάνεις με κάποιους άλλους παράγοντες. Πρέπει να είσαι σε θέση να διαχειρίζεσαι τα δικά σου συναισθήματα αλλά και εκείνα των αθλητών, για να μπορείς να τα βάζεις σε μια ισορροπία. Αυτό προϋποθέτει το να είσαι καλά εσύ με τη δουλειά σου, με τον εαυτό σου, να έχεις εμπιστοσύνη σε αυτό που κάνεις. Όταν διδάσκεις ένα παιδί, να είσαι σίγουρος ότι το έχεις προπονήσει και ψυχικά και σωματικά, ότι του έχεις περάσει το σωστό vibe και το σωστό τρόπο σκέψης ώστε να ανταποκριθεί σε ένα τόσο απαιτητικό άθλημα».
«ΤΑ ΟΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΣΠΑΝΕ»
Σήμερα, η στήριξη των αθλητών από το κράτος, είναι ανύπαρκτη. «Και θα έπρεπε, πέρα από τη στήριξη του κράτους, να δίνεται χώρος στην τηλεόραση σε ανθρώπους από διαφορετικά αθλήματα κάθε φορά, οι οποίοι παλεύουν για τη ζωή τους, έχουν ξεκινήσει από το μηδέν και αγωνίζονται κόντρα σε όλα για να τα καταφέρουν. Έχουμε ανάγκη αυτά τα υγιή πρότυπα και όχι τα σκουπίδια».
«Είναι τραγικό το γεγονός ότι έχουμε φτάσει σε ένα σημείο να προβάλλουμε τον ναρκισσισμό και ότι πουλάμε τον εαυτό μας με οποιοδήποτε κόστος για να γίνουμε κάτι σε αυτή την κοινωνία, χωρίς να έχουμε προσπαθήσει για τίποτα στην πραγματικότητα πέρα από το φαίνεσθαι, την εικόνα μας. Εγώ αυτό το θεωρώ κατάντια, αλλά δυστυχώς αυτό το σύστημα “αξιών” προβάλλεται».
«Επίσης, είναι άδικο να μην δίνεται χώρος, χρόνος και κίνητρο στους αθλητές και στα νέα παιδιά να αγωνίζονται και να μονοπωλεί το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ σε αυτή τη χώρα. Γιατί η πυγμαχία και γενικά τα δυναμικά αθλήματα, μπορούν να αποτρέψουν πολλά παιδιά από άλλα πράγματα που μαστίζουν την κοινωνία, όπως η βία, τα ναρκωτικά, οι ψυχικές διαταραχές. Βοηθάνε τους ανθρώπους να ξεφύγουν από αυτά και θεωρώ άδικο να μην δίνεται βάση σε αυτά».
Όπως λέει ο Βαγγέλης καταλήγοντας το μότο του είναι πως, «οι μέρες που μας έφτιαξαν είναι εκείνες που μας έσπασαν». Για εκείνον εξάλλου δεν υπάρχουν όρια, αφού τα όρια είναι για να σπάνε.
ΠΗΓΗ: reader.gr Κείμενο: Άντυ Κουκλάδα
Πατάω Like και συγχρόνως Follow στη σελίδα Δυναμικά Apex Sports στο Facebook
Μαθαίνω έγκαιρα και έγκυρα για ότι συμβαίνει στο χώρο των μαχητικών αθλημάτων