Μέχρι πριν λίγα χρόνια ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης ήταν γνωστός για το “αλα Μπουφόν” πλονζόν που είχε κάνει σε αγώνα ως παίκτης της ΑΕΚ.
Το βράδυ της Τρίτης (19/12) ο Ολυμπιακός πήγε με τον λάθος τρόπο να τον μετατρέψει από έναν πολύτιμο ρολίστα που στην πραγματικότητα είναι σε ηγέτη-λυτρωτή. Που δεν είναι. Ο “Λάρε” είναι ένα φοβερό παιδί, που αγαπάει τον τόπο του, που με ελάχιστο ταλέντο σε σχέση με άλλους προικισμένους με αθλητικά και άλλα προσόντα παίκτες, έχει καταφέρει να είναι απαραίτητος στον Ολυμπιακό αλλά και στην Εθνική. Για να κάνει όμως συγκεκριμένα πράγματα και όχι να “κερδίζει” ματς.
Πολύτιμος ρολίστας
Με όλο τον σεβασμό προς το πρόσωπό του και στην τεράστια προσπάθεια που καταβάλει ξεπερνώντας τις περισσότερες φορές τον ίδιο του τον εαυτό, ο Γιαννούλης δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι η “απάντηση” σε οποιοδήποτε “ερώτημα” έβαζε ο αντίπαλος στον φετινό Ολυμπιακό. Και να χριστεί ηγέτης, σκόρερ, καθοριστικός παράγοντας για να κερδίζει ματς. Να το κάνει μια στο τόσο όπως για παράδειγμα στον αγώνα με την Παρτιζάν στο ΣΕΦ που με την τρέλα και το πάθος του γύρισε ένα ματς που φαινόταν χαμένο, ναι. Μια στο τόσο όμως και υπό συνθήκες απουσιών, τραυματιών, φάουλ ή ντεφορμαρίσματος άλλων παικτών.
Στο πλήρη όπως έπαιξε εναντίον της Βίρτους στη Μπολόνια, Ολυμπιακό, είναι μέγα λάθος να ζητούνται ευθύνες από αυτό το παιδί. Και άδικο για τον ίδιο τον παίκτη. Και φυσικά αυτό δεν έχει να κάνει με το άστοχο τελευταίο του σουτ το οποίο έγινε υπό πίεση χρόνου, αντιπάλου και δίχως ισορροπία από την κακή πάσα του Γουόκαπ στον αιφνιδιασμό. Και εδώ πρέπει να επισημάνω βλέποντας ξανά και ξανά τη φάση ότι ο Λαρεντζάκης όταν δίνει την πάσα στον Γουόκαπ και τρέχει πίσω και δίπλα του, του ζητάει τη μπάλα ενώ ο Αμερικανός έχει στο πλάι του το καλάθι.
Η τελευταία φάση
Θα πει κάποιος ότι θα μπορούσε να γυρίσει και να πάει για το λέι-απ, άλλωστε είχε τον χρόνο να το κάνει. Ίσως φοβήθηκε το μπλοκ γιατί δεν το σώμα του δεν βρισκόταν σε σωστή στάση, ίσως προτίμησε τον Λαρεντζάκη που του ζήτησε τη μπάλα για να τονώσει την αυτοπεποίθηση του συμπαίκτη του δίνοντάς του τη μπάλα “λέγοντας” “έλα, πάρε βάλτο να νικήσουμε”. Όμως εκ του αποτελέσματος η απόφαση ήταν λανθασμένη ή αν θέλετε λάθος εκτελεσμένη.
Επιστρέφω όμως στον πρωταγωνιστή με το έτσι θέλω Λαρεντζάκη. Ο οποίος σημειωσε το τελευταίο εντός πεδιάς καλάθι της ομάδας του 4’18” πριν το τέλος με τον Ολυμπιακό στα τελευταία 6,5 λεπτά να έχει 1/5 τρίποντα (μοναδικό εύστοχο του “Λάρε”), ένα (ναι, ένα, μόνον ένα) εκτελεσμένο δίποντο με τον Μιλουτίνοβ και τρία λάθη! Σε αυτά τα τελευταία 6,5 λεπτά ο Λαρεντζάκης πήρε το βάρος τεσσάρων επιθέσεων, όλοι οι υπόλοιποι συμπαίκτες του τριών, μόλις σουτ! Συνολικά, δε, στην τελευταία περίοδο ο Λαρεντζάκης πήγε το 1/3 των κατοχών του Ολυμπιακού, 4 σουτ ενός πεδιάς και 4 βολές την ώρα που Γουόκαπ, Κάνααν, Πίτερ, Μιλουτίνοβ, δηλαδή ουσιαστικά η ραχοκοκαλιά της ομάδας επιθετικά πήρε όλα κι όλα δύο σουτ.
Με το ζόρι ηγέτης
Και επαναλαμβάνω, δεν “φταίει” ο Λαρεντζάκης για αυτό. Φταίνε οι υπόλοιποι που δεν βγήκαν μπροστά; Φταίει ο Μπαρτζώκας που στην crunch time και ενώ η ομάδα του στα τελευταία 6 λεπτά είχε βάλει μόλις ένα εντός πεδιάς καλάθι είχε στον πάγκο τον Κάνααν ή και τον Παπανικολάου που μπορεί να πάρει το βάρος σημαντικών σουτ; Ίσως όλα τα παραπάνω μαζί.
Το έχω επισημάνει ξανά από την αρχή της σεζόν ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα από την απώλεια των Βεζένκοφ και Σλούκα το περασμένο καλοκαίρι θα ήταν η απουσία του closer, του παίκτη δηλαδή που θα βγει μπροστά στα τελευταία λεπτά και δευτερόλεπτα και θα πάρει το βάρος και την ευθύνη των μεγάλων σουτ. Όπως έκαναν στο 80% των περιπτώσεων πέρυσι οι δύο προαναφερθέντες. Ο Λαρεντζάκης θα μπορούσε να συνεισφέρει υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όχι όμως να γίνει ήρωας με το ζόρι.