O Νίκος Γκάλης σε συνέντευξή του μίλησε για τη ζωή του σε Αμερική και Ελλάδα, το Έπος του 1987 ενώ αναφέρθηκε και στον Γιάννη Ιωαννίδη.
Αναλυτικά τα όσα είπε:
Για το ξεκίνημά του στην Αμερική και τους γονείς του: «Στην Αμερική έπαιζα όλα τα αθλήματα. Στο μπιλιάρδο μπορούσα να γίνω επαγγελματίας. Έπαιζα μπιλιάρδο και επειδή δεν είχα λεφτά, έβαζα στοιχήματα και έπαιρνα χαρτζιλίκι.
Με κέρδισε το μπάσκετ όταν στα playground έπαιζα με μεγαλύτερους σε ηλικία από εμένα και εκείνοι με διάλεγαν. Έτσι κατάλαβα ότι ξεχώριζα και το προχώρησα. Πήγα πανεπιστήμιο και από εκεί έμαθαν στην Ελλάδα ότι ο Γκάλης είναι Έλληνας, γιατί το όνομά μου είναι Γεωργαλής.
Ήταν ωραία τα χρόνια στην Αμερική, ο πατέρας μου καταγόταν από τη Ρόδο και η μητέρα μου από την Κωνσταντινούπολη. Ήμασταν φτωχή οικογένεια και είναι καλό για έναν αθλητή να ξεκινάει από ένα τέτοιο περιβάλλον, γιατί βάζει στόχους, είναι λίγο ‘πεινασμένος’ για να πάει μπροστά.
Ο πατέρας μου ήταν μποξέρ, το ακολούθησα και εγώ για λίγο αλλά ερχόμουν με αίματα στο σπίτι και η μητέρα μου έκλαιγε και δεν ήθελα να την στενοχωρώ».
Για την απόφασή του να παίξει στην Ελλάδα και στον Άρη: «Ήρθα το 1979 από την Αμερική στη Θεσσαλονίκη και ένιωθα ότι πήγα σε ένα χωριό. Ταίριαξε στον χαρακτήρα μου, την αγάπησα πάρα πολύ.
Έλεγα μέσα μου ότι εγώ θα κατακτήσω αυτήν την πόλη και τη χώρα με αυτά που θα τους δείξω. Ένας εγωιστής αθλητής δε θέλει να χάσει ούτε ένα καλάθι. Πιστεύω ότι κατάφερα αρκετά πράγματα».
Για την απόφασή του να παίξει στην Ελλάδα και στον Άρη: «Ήρθα το 1979 από την Αμερική στη Θεσσαλονίκη και ένιωθα ότι πήγα σε ένα χωριό. Ταίριαξε στον χαρακτήρα μου, την αγάπησα πάρα πολύ.
Έλεγα μέσα μου ότι εγώ θα κατακτήσω αυτήν την πόλη και τη χώρα με αυτά που θα τους δείξω. Ένας εγωιστής αθλητής δε θέλει να χάσει ούτε ένα καλάθι. Πιστεύω ότι κατάφερα αρκετά πράγματα».
Για το Έπος του 1987: «Ο κόσμος μπορεί να είναι ο έκτος παίκτης μιας ομάδας. Όταν έπαιζα έκτος έδρας, μπορεί να έπαιζα καλύτερα πολλές φορές γιατί ήθελα να δείξω στους αντιπάλους ότι ‘τους έχω’. Το αποκορύφωμα στην καριέρα μου είναι το Eurobasket που πήραμε το 1987.
Άλλαξε όλη την κοινωνία εκείνη την εποχή, δείξαμε στους Έλληνες πως πρέπει να πιστεύουν στον εαυτό τους και κάναμε τα νέα παιδιά να ασχοληθούν με το μπάσκετ. Ο κόσμος ζητούσε κάτι και πιστεύω το δώσαμε.
Στο μπάσκετ πρέπει να σκέφτεσαι σε κλάσματα δευτερολέπτου να πάρεις τη σωστή απόφαση, είναι δύσκολο άθλημα. Για να πετύχει ένας αθλητής μακροχρόνια καριέρα, πρέπει η ψυχολογία του να μην είναι ούτε πολύ ψηλά ούτε πολύ χαμηλά.
Η επόμενη ημέρα όταν σταμάτησα ήταν δύσκολη. Ξαφνικά μπαίνεις σε μια καινούργια ζωή. Από εκεί που είσαι στα φώτα, ξαφνικά σβήνουν, αλλά ο αθλητής έχει ημερομηνία λήξης».
Για τον χαρακτήρα του: «Είμαι απλός άνθρωπος, προέρχομαι από μια φτωχή οικογένεια που με έμαθαν να σέβομαι τα πάντα.
Θα δείξω τον ίδιο σεβασμό σε έναν εργαζόμενο και τον ίδιο σεβασμό στον πρωθυπουργό. Απαιτώ και εγώ τον σεβασμό όταν κάποιος μιλάει μαζί μου».
Για τον Ιωαννίδη: «Ήταν φίλος, μεγάλος αδελφός, ήταν άντρας. Αυτό που ήθελε να σου πει, στο έλεγε στο πρόσωπό σου. Η σχέση μας ήταν σαν μια οικογένεια. Θεωρώ ότι ήμασταν φίλοι και είχαμε αλληλοσεβασμό»
Γιατί δεν έγινε προπονητής: «Δεν έγινα προπονητής γιατί από την στιγμή που δεν έχω την μπάλα στο χέρι μου, δεν ήθελα ποτέ να με κατηγορήσει κάποιος γιατί έχασε η ομάδα».
Για την είσοδό του στο Hall of Fame: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή για έναν αθλητή από την εισαγωγή του στο Hall of Fame. Στην απόσυρση της φανέλας συγκινήθηκα γιατί είναι ένα βραβείο για τον αθλητή».
Για την οικογένεια του: «Πλέον είναι πολύ ήσυχη η μέρα μου, θα έλεγα βαρετή. Ξυπνάω, πίνω το καφεδάκι μου και θα κάνω πράγματα με την οικογένειά μου.
Η Ελένη ήταν μια πάρα πολύ όμορφη γυναίκα, με κέρδισε όμως το μυαλό της. Είναι χαμηλών τόνων όπως εγώ, είναι πολύ έξυπνη, κάποια στιγμή είχε δουλέψει ως δημοσιογράφος ενώ έχει σπουδάσει φιλοσοφική και νομική.