fbpx

Η άγνωστη και δυσκολότερη επιτυχία

Η άγνωστη και δυσκολότερη επιτυχία

Ο Σπανούλης δεν κατέκτησε ποτέ το ΝΒΑ, αλλά η αποδέσμευση του και κυρίως η τήρηση των λόγων του αποτέλεσε έναν (ακόμα) προσωπικό του θρίαμβο.

H περίπτωση, ή πιο σωστά το φαινόμενο του έχει αναλυθεί ως την τελευταία του λεπτομέρεια. Πράγμα απολύτως λογικό, καθώς η μετακίνηση του από τον έναν αιώνιο αντίπαλο στον άλλον, ήταν το επιστέγασμα μιας διαδρομής από τη Λάρισα ως (σχεδόν) την κορυφή του κόσμου. Αυτό το «σχεδόν» είναι η μόνη έλλειψη στην καριέρα του Βασίλη Σπανούλη, αλλά ίσως και η πιο δύσκολη από τις εντυπωσιακές του επιτυχίες. Πολύ απλά γιατί με την παροιμιώδη επιμονή του, ο «Kill Bill» δεν απαρνήθηκε απλά το ΝΒΑ (όπως και αρκετοί ακόμα Ευρωπαίοι που απογοητεύτηκαν από τις καταστάσεις στην κορυφαία λίγκα του κόσμου), αλλά συνάμα άλλαξε τους κανονισμούς και φρόντισε με την κυριαρχική παρουσία του στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, να μην τον αναφέρουν ως ακόμα έναν που «δοκίμασε, αλλά δεν μπόρεσε».

Η ιστορία του reverse buy out που εξασφάλισε το καλοκαίρι του 2007 από τους Σπερς και μέσα από την οποία ξεκίνησε τη διαδρομή προς την κατάκτηση τριών τροπαίων της Ευρωλίγκας με τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό, μοιάζει απλή και πιθανότατα αδιάφορη στον περισσότερο κόσμο του ελληνικού μπάσκετ. Είναι σύνηθες στα μέρη μας, μια ομάδα να «κόβει» έναν παίκτη με συμβόλαιο δίχως να τον αποζημιώνει ή αντίστοιχα ένας παίκτης να θέλει να «σπάσει» τη συμβατική του υποχρέωση με έναν σύλλογο όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά.

Στο ΝΒΑ, ιδίως πριν από 15 χρόνια όταν δεν υπήρχε το λεγόμενο στις μέρες μας player empowerment που εγκαθίδρυσαν σύγχρονοι σούπερ σταρ σαν τον Λε Μπρον και τον Ντουράντ, οι παίκτες ήταν (και είναι) «εγκλωβισμένοι» στα συμβόλαια τους.

Από το ξεκίνημα της περιόδου 2006-07 όταν φάνηκε ότι το… πράγμα δεν θα τσουλούσε στο Χιούστον ανάμεσα στον Βαν Γκάντι και τον Σπανούλη, έγινε γνωστή η βούληση του δεύτερου να επαναπατρισθεί επαγγελματικά. Οι συζητήσεις που έγιναν επ’ αυτού επί της ουσίας ολοκληρώθηκαν άμα τη γενέσει τους, καθώς ο Ντάριλ Μόρεϊ είχε καταστήσει σαφές πως εν μέσω της σεζόν δεν συζητούσε την ανταλλαγή ενός παίκτη που θεωρούσε πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο.

Η στάση του ανθρώπου που είναι μέχρι σήμερα είναι γνωστός ως ο πιο σκληρός διαπραγματευτής του ΝΒΑ, δεν άλλαξε ούτε στο τέλος της χρονιάς. Ο Σπανούλης είχε παίξει μόλις 31 παιχνίδια στην κανονική περίοδο, η συμβολή του ήταν ανύπαρκτη και η βούληση του για αποχώρηση, πιο ξεκάθαρη και από αυτή που έχει ο Τζέιμς Χάρντεν στην τρέχουσα εποχή! Ξανατονίζουμε πως στα μάτια των περισσοτέρων η υπόθεση φαντάζει απλή, αλλά ήταν ακριβώς το αντίθετο, όπως αποδείχθηκε από τα γεγονότα.

Ο Μόρεϊ έμεινε ασυγκίνητος από την πίεση του Έλληνα αστέρα, αλλά και του εκπροσώπου του Μίσκο Ραζνιάτοβιτς. Όταν άνοιξε η αγορά των free agents τον Ιούλιο του 2007, ο τότε διοικητικός επικεφαλής των Τεξανών, το μόνο που ήθελε να ακούσει ήταν προσφορές ανταλλαγής για τον Σπανούλη και επ’ ουδενί την πρόταση για τερματισμό του συμβολαίου. Άλλωστε στο ΝΒΑ δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα χωρίς την καταβολή αποζημίωσης (buy out) από την πλευρά της ομάδας.

Ο γόρδιος δεσμός φάνηκε να λύνεται όταν στις 12 Ιουλίου οι Σπερς έδωσαν σε ανταλλαγή τον Σπανούλη στο Σαν Αντόνιο για να πάρουν τον Λούις Σκόλα. Ο Μόρεϊ είχε κατορθώσει αυτό που ήθελε. Όχι, όμως, ο Έλληνας αστέρας…

Ενώ ήταν σαφές πως δεν ήθελε να παίξει στα «σπιρούνια» και το μόνο που σκεφτόταν ήταν η επιστροφή του στην Ελλάδα, ούτε η ομάδα του Γκρεγκ Πόποβιτς συμφωνούσε με το πλάνο του.

Είναι γνωστό και καταγεγραμμένο πως τόσο ο «Ποπ», όσο και ο Τόνι Πάρκερ είχαν προσπαθήσει να τον μεταπείσουν. Στην μέση υπήρχε ακόμα ένα σημαντικό πρόσωπο…

Ο Ντένις Λίντσεϊ ήταν ο άνθρωπος που είχε επιμείνει για την επιλογή του «Kill Bill» στο ντραφτ από τους Ρόκετς και αυτός που είχε κάνει τη διαπραγμάτευση για το τριετές συμβόλαιο που είχε υπογράψει το 2006. Εκείνο το καλοκαίρι είχε μετακομίσει από το Χιούστον, στο Σαν Αντόνιο έχοντας το ίδιο πόστο (assistant GM) και είχε τονίσει στον Σπανούλη ότι η μεταχείριση που θα είχε από τον Πόποβιτς, θα ήταν τελείως διαφορετική από αυτή που είχε από τον Βαν Γκάντι.

Μάταιος κόπος…

Παράλληλα, όμως, μάταιος ήταν και ο κόπος της πλευράς του, να μείνει ελεύθερος.

Οι Σπερς ξεκαθάρισαν πως έπρεπε να έχουν κάποιο «κέρδος» και χρειάστηκε να περάσουν 41 μέρες σκληρών διαπραγματεύσεων για να βρεθεί η λύση, η οποία ήταν πρωτόγνωρη για τα δεδομένα του ΝΒΑ: Ο Παναθηναϊκός πλήρωσε μισό εκατομμύριο δολάρια στους Σπερς, κάνοντας το λεγόμενο «αντίστροφο buy out», πράγμα που δεν είχε συμβεί ποτέ στην ιστορία του πρωταθλήματος!

Αυτή ήταν η πρώτη «επιτυχία» του. Η δεύτερη και μεγαλύτερη ήταν η εξής:

Όταν πια η «οδύσσειά» του ολοκληρώθηκε, στο μεν Χιούστον υπήρχε έντονη δυσαρέσκεια για τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα, στο δε Σαν Αντόνιο ελαφρά απογοήτευση, καθώς είχαν σε μεγάλη εκτίμηση τα προσόντα του και πίστευαν ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί σε έναν πολύτιμο αναπληρωματικό του Τόνι Πάρκερ.

Ο Σπανούλης σε κάθε του κουβέντα αυτό που έλεγε στους ανθρώπους του ΝΒΑ ήταν πως… «θέλω να γυρίσω για να γίνω ο καλύτερος παίκτης στην Ευρωλίγκα».

Στα αυτιά των Αμερικανών ηχούσε ως ένα ακόμα κλισέ…

Πλην όμως ο χαλκέντερος γκαρντ από τη Λάρισα το έλεγε και το εννοούσε. Του έγινε έμμονη και εν τέλει τα κατάφερε με τρόπο ιστορικό.

Γι’ αυτό και πλέον, όλοι όσοι είχαν αναμιχθεί στην υπογραφή αλλά και την αποδέσμευση του την διετία 2006-07 και για πολλά χρόνια τον κοιτούσαν με… μισό μάτι, αναγνωρίζουν ότι υπήρξε αληθινός και συνεπής. Τα παράπονα του δεν είχαν να κάνουν με μικροεγωισμούς και νοσταλγία για την πατρίδα του. Ιδίως αυτό που είχε πει και ο Βαν Γκάντι φρόντισε να κάνει σημαία διακωμώδησης. «Εγώ δεν είμαι ρούκι, στην Ελλάδα ήμουν σαν τον Τρέισι Μακ Γκρέιντι».

Ο Σπανούλης ναι μεν δεν κάρφωσε ποτέ σαν κι αυτόν, αλλά εν τέλει έκανε μια υπερβατική καριέρα την οποία ακόμα και ο Μακ Γκρέιντι θα ζήλευε…

Ακολουθήστε το ApexSports.gr στο Google News!Μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις

Τελευταία άρθρα Μπάσκετ