Ο Νικ Καλάθης αγαπάει την Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό όσο λίγοι και το αποδεικνύει με πράξεις κι όχι με λόγια
Η πρώτη του απάντηση όταν είχε ερωτηθεί το 2007 αν θα ήθελε να παίξει στην Εθνική Ελλάδας ήταν αυτή που έδινε στις περισσότερες ερωτήσεις με το γνωστό του άχρωμο ύφος. «Yes Sir».
Από τότε πέρασαν 16 χρόνια, το βλέμμα του έμεινε ίδιο, όπως κι αυτός στη δέσμευση του. Ο Νικ Καλάθης παραμένει πιστός στην Εθνική Ελλάδας, αλλά και στα συναισθήματα του για τον Παναθηναϊκό, όπως φάνηκε το βράδυ της Τρίτης (10/1) στο ΟΑΚΑ.
Το γήπεδο αυτό το αποκαλεί «σπίτι» και δεν είναι τυχαίο που τον επισκέφθηκαν οι γονείς του στην Αθήνα. Ο Τζον και η Σου κάθισαν δίπλα από τον πάγκο της Φενέρ και είδαν το παιδί που κάποτε σούταρε τρίποντα στην αυλή του σπιτιού τους στο Ορλάντο, αφού έπαιρνε την μπάλα από τον παππού του Γιάννη, πλέον να είναι ένας άντρας που αποθεώνεται από το κοινό της πρώην ομάδας του.
Οι γονείς του Νικ δικαίως είναι υπερήφανοι για τον μικρότερο γιο τους, ο οποίος χωρίς καμία υπερβολή, νιώθει την Αθήνα σαν το… πρώτο του σπίτι και όχι σαν το δεύτερο, όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις.
Ο ομογενής γκαρντ, του οποίου ο προπάππους Βασίλης μεγάλωσε στη Λήμνο πριν μεταναστεύσει στην Αμερική στο ξεκίνημα του προηγούμενου αιώνα, ναι μεν είναι ένας άνθρωπος που σπανίως εκφράζει έντονα συναισθήματα, αλλά αποδεικνύει την αγάπη του για τη χώρα μας και τον Παναθηναϊκό με πράξεις, τις οποίες δεν διαφημίζει.
Τόσο στην Μπαρτσελόνα, όσο και τώρα στη Φενέρ, όποτε έχει ρεπό, παίρνει το αεροπλάνο κι έρχεται στην Αθήνα. Έχει τους ίδιους φίλους εδώ και χρόνια, αλλά όποιος τον σταματήσει για ένα αυτόγραφο η μια φωτογραφία, θα εισπράξει την ίδια (θετική) απάντηση.
Όπως συμβαίνει κάθε χρόνο από το 2008 με την Εθνική Ελλάδας. Δεν έχει καμία σημασία να θυμηθούμε τι έγινε στην πρώτη του συμμετοχή, ή στην μοναδική του απουσία το 2013. Από την άλλη πλευρά είναι σημαντικό να τονιστεί πως ο Καλάθης γνωρίζει καλά πρόσωπα και πράγματα στη χώρα μας, όπως επίσης και τι λέγεται γι’ αυτόν.
Έχει, όμως, μια μοναδική ικανότητα να μένει ανεπηρέαστος και να συνεχίζει να προσφέρει με συνέπεια τις υπηρεσίες του. Όσο αγωνιζόταν στον Παναθηναϊκό, υπήρξαν πολλές φορές που έπαιζε “λαβωμένος”, δίχως να επικαλείται δικαιολογίες και (το κυριότερο) δίχως να γνωστοποιούνται οι τραυματισμοί του.
Στην Εθνική Ελλάδας, έχει απογοητευτεί πολλές φορές από το γεγονός πως συνεχώς φτάνει στην πηγή, αλλά δεν πίνει το… νερό του μεταλλίου, πλην όμως δεν τα παρατάει. Έχει φτάσει τα 34 του, το κορμί του έχει τρομερή καταπόνηση, καθώς από το 2014 που επέστρεψε από το ΝΒΑ, αγωνίζεται δίχως σταματημό χειμώνα-καλοκαίρι στην Ευρωλίγκα και στις διεθνείς διοργανώσεις της FIBA, αλλά δεν έχει κανένα σκοπό να αποσυρθεί.
Ο πατέρας του Τζον δεν έχει σταματήσει ποτέ να τον ακολουθεί, όποτε φοράει το εθνόσημο. Μπορεί να μην έμαθε ποτέ ελληνικά από το δικό του πατέρα τον Γιάννη, αλλά η υπερηφάνεια του όποτε βλέπει τον Νικ με τα γαλανόλευκα, τον γεμίζει περισσότερο από οποιονδήποτε έχει μεγαλώσει στη χώρα μας και γνωρίζει άριστα την γλώσσα.
Ήταν στο Μιλάνο και στο Βερολίνο το περασμένο Σεπτέμβριο και ήδη κάνει τα πλάνα του για το Παγκόσμιο του 2023.
Ο Νικ από την πλευρά του πέραν των βασικών, επίσης δεν ξέρει να μιλάει. Ίσως και να μην θέλει, κάτι που χαρακτηρίζει αρκετούς ευφυείς ανθρώπους, που προτιμούν να καταλαβαίνουν και να μην λένε πολλά.
Το σίγουρο είναι ότι μιλάει με τις πράξεις του εδώ και 15 χρόνια…