Ο Παναθηναϊκός συνεχίζει να απογοητεύει με τελευταίο το κακόγουστο έργο απέναντι στο Περιστέρι και σε συνδυασμό την μία τραγική εμφάνιση να διαδέχεται την άλλη, ο κλοιός στενεύει για όλους.
Καταρχάς το συγκεκριμένο κείμενο δεν έχει την πρόθεση να δημιουργήσει «φαντάσματα». Τα πράγματα ωστόσο μιλούν από μόνα τους, όταν πάρουμε χαρτί και μολύβι για να καταγράψουμε τον συνολικό αριθμό των προπονητών που έχουν καθίσει τα τελευταία 10 χρόνια στον… ηλεκτρικό «πράσινο» πάγκο.
Από το 2012 μέχρι σήμερα
Αρχής γενομένης από τη σεζόν 2012-13. Εκείνη την χρονιά, μετά από 13 συναπτά έτη, ο Παναθηναϊκός αποχαιρέτησε τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς και τον Δημήτρη Ιτούδη και μαζί με αυτούς τους περισσότερους παίκτες του ρόστερ, αλλάζοντας -παράλληλα- σελίδα. Ο Δ. Γιαννακόπουλος ανέλαβε την ΚΑΕ, με την νέα εποχή να φέρνει τον Αργύρη Πεδουλάκη στο τιμόνι.
Την επόμενη σεζόν, στα του 2013-14 ο Πεδουλάκης αποχώρησε και τον αντικατέστησε ο Φραγκίσκος Αλβέρτης, ως υπηρεσιακός μέχρι το φινάλε της χρονιάς.
Τη σεζόν 2014-15 ήρθε ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς, ο οποίος αποχώρησε στα μισά, για να ολοκληρώσει την χρονιά ο Σωτήρης Μανωλόπουλος.
Τη σεζόν 2015-16 έκανε την εμφάνιση στο ΟΑΚΑ του ο πρωτάρης -τότε- σε επίπεδο Ευρωλίγκας, Σάσα Τζόρτζεβιτς, αλλά μετά ούτε αυτός μακροημέρευσε, για να τον διαδεχθεί ο Αργύρης Πεδουλάκης, στην επιστροφή του στον “πράσινο” πάγκο.
Η σεζόν 2016-17 ξεκίνησε με τον Πεδουλάκη, συνεχίστηκε για λίγα παιχνίδια με τον Βόβορα και ολοκληρώθηκε με τον Τσάβι Πασκουάλ.
Η σεζόν 2017-18 μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορική, καθώς ο Πασκουάλ παρέμεινε στον πάγκο από την αρχή ως το τέλος.
Τη σεζόν 2018-19, ο Πασκουάλ αποχώρησε για να τον διαδεχθεί ο Ρικ Πιτίνο κι αυτόματα άνοιξε ο δεύτερος κύκλος των διαρκών ανακατατάξεων στην τεχνική ηγεσία της ομάδας.
Την σεζόν 2019-20 ο Παναθηναϊκός ξεκίνησε με τον Αργύρη Πεδουλάκη, για να την ολοκληρώσει ο Ρικ Πιτίνο.
Την σεζόν 2020-21, που ήταν η πρώτη των «εσόδων-εξόδων» μετά την αποχώρηση του Δ. Γιαννακόπουλου, η ευθύνη του σχοδιασμού δόθηκε στον Γιώργο Βόβορα. Δεν μακροημέρευσε κι αντικαταστάθηκε από τον Όντεντ Κάτας.
Το 2021-22 ανέλαβε ο Δημήτρης Πρίφτης, ο οποίος στη συνέχεια αποχώρησε μαζί με τους Διαμαντίδη, Αλβέρτη, για να αναλάβει ο Βόβορας, που είχε παραμείνει ως βοηθός.
Φέτος, με την επιστροφή του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, επιλέχθηκε ο Ντέγιαν Ράντονιτς, του οποίου το μέλλον, με βάση αυτά που έχει παρουσιάσει μέχρι τώρα η ομάδα, κρίνεται επισφαλές.
Αξίζει, λοιπόν, να αναφερθεί πως στον πάγκο του Παναθηναϊκού από το 2012 μέχρι σήμερα, έχουν κάτσει 20 προπονητές, με την αντικατάσταση κάθε προπονητή να γίνεται κατά μέσο όρο ανά περίπου 8 μήνες. Αυτό εξηγεί πολλά για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το «Τριφύλλι» τα τελευταία χρόνια, αφού δεν υπάρχει ξεκάθαρο πλάνο, υπομονή και πίστη.
Όμως το κυριότερο είναι ότι πλην της εποχής του Τσάβι Πασκουάλ, οι υπόλοιπες χρονιές ξεκινούσαν με ένα συγκεκριμένο πλάνο και στην συνέχεια αυτό άλλαζε ριζικά, με συνέπεια να έρθουν τραγικά αποτελέσματα σε βάθος χρόνου. Αξίζει επίσης κανείς να σταθεί στις δύο σεζόν των «εσόδων-εξόδων», το 2020-21 και ο 2021-22.
Τότε, με χαμηλό μπάτζετ, οι “πράσινοι” έθεσαν ως στόχο να δημιουργήσουν έναν κορμό Ελλήνων παικτών για στηριχθεί τα επόμενα χρόνια η ομάδα. Αντ’ αυτού, αποκτήθηκαν ξένοι περιορισμένης αξίας και προοπτικής για τα δεδομένα του Παναθηναϊκού, πλην λαμπρών εξαιρέσεων, ενώ η γενικότερη επίδοση σε συνδυασμό με το μπάσκετ που παρουσίαζε η ομάδα ήταν το λιγότερο ασταθής κι ασυνεπής.
Το φετινό ρόστερ και το γενικότερο πλάνο που -δείχνει- πως απουσιάζει
Φέτος θα ξεκινούσε μια διαφορετική χρονιά, με κανονικό μπάτζετ, άρα (θεωρητικά τουλάχιστον) μικρότερη πίεση, καθώς θα μπορούσε να πει κανείς “πόσο χειρότερα μπορεί να πάνε τα πράγματα”. Και όμως, ο Παναθηναϊκός διανύει μια από τις χειρότερες – αν όχι τη χειρότερη – χρονιές τα τελευταία 10 χρόνια.
Η επιστροφή του Δ. Γιαννακόπουλου είναι γεγονός στην καθημερινότητα του Παναθηναϊκού, με το μπάτζετ σαφώς μεγαλύτερο από τις προηγούμενες δύο σεζόν. Με τον Αργύρη Πεδουλάκη γενικό κουμανταδόρο, οι «πράσινοι» έδωσαν την μπακέτα στον Ντέγιαν Ράντονιτς για να δημιουργηθεί ένα νέο, ινισχυμένο σύνολο, πάντα με παράλληλο στόχο την αξιοποίηση των Ελλήνων παικτών.
Για λάγους που ακόμα δεν έχουν πλήρης αποσαφηνιστεί, ο Παναθηναϊκός έχασε έναν από τους ποιοτικότερους – αν όχι τον ποιοτικότερο – Έλληνες παίκτες του, τον Ιωάννη Παπαπέτρου. Και όπως δείχνει η σεζόν μέχρι σήμερα, το κενό του δεν έχει καλυφθεί, ενώ παράλληλα επιλέχτηκε και η λήξη της συνεργασίας με τον Νεμάνια Νέντοβιτς. Δυο κομβικοί παίκτες, των οποίων το attitude και η επιρροή μέσα στο παιχνίδι, φαίνεται πως δεν αντικαταστάθηκε.
Φάκελος «Point Guard»
Οι «πράσινοι» μετά από δύο χρόνια απέκτησαν κανονικό point guard, τον Νέιτ Ουόλτερς. Μέχρι στιγμής, ο Αμερικανός είναι από τους λίγους διασωθέντες, αν και το τελευταίο διάστημα περνάει μια μεγάλη κάμψη στην απόδοση του. Σε αυτό έχουν «βοηθήσει» και οι τραυματισμοί.
Παρόλα αυτά με την πίεση και τη βοήθεια που δεν έχει στον άσσο, η επιπόνηση και οι επιπλέον τραυματισμοί είναι μονόδρομος. Κι αυτό σίγουρα δεν ευνοεί τον Ουόλτερς, ο οποίος έχει πλούσιο ιατρικό ιστορικό.
Ο δεύτερος της… παρέας είναι ο Πάρις Λι. Είναι από τις ποιοτικές μεταγραφές του Παναθηναϊκού, ο οποίος όμως κατά την ταπεινή μας άποψη χρησιμοποιείται με αμφιλεγόμενο τρόπο. Ο Αμερικανός είναι το λεγόμενο «μαμούνι» στην άμυνα. Εξαιρετικός στην πίεση πάνω στη μπάλα. Δεν είναι οργανωτής σε καμία περίπτωση, αλλά έχει περισσότερο εκτελεστικό χαρακτήρα. Μπορεί δηλαδή με τα σουτ και τις λεγόμενες «μπούκες» του να ανοίγει την άμυνα πατώντας στη ρακέτα και από ‘κει είτε να «σπάει» τη μπάλα, είτε να σκοράρει.
Παρόλα αυτά ο Λι αναλώνεται υπερβολικά στη δημιουργία, ειδικά όταν ο Ουόλτερς αντιμετωπίζει (ή προέρχετα)ι από τραυματισμό. Έτσι και με δεδομένο πως δεν υπάρχει δημιουργία από τους ψηλούς, ο Παναθηναϊκός προσπαθεί να κάνει τον Αμερικανό να λειτουργήσει ως γνήσιος playmaker, κάτι δηλαδή που δεν είναι, χάνοντας τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά που αναφέραμε, αφού σπαταλά την ενέργεια του στο οργανωτικό κομμάτι.
Έτσι, φαίνεται ότι λείπει ένας δεύτερος καθαρός οργανωτής, ο οποίος θα μπορέσει να παίξει μαζί με τον Λι ή και χωριστά φυσικά. Με… ενάμιση “πόιντ γκαρντ” οι «πράσινοι» γίνονται μονοδιάστατοι και αρκετά προβλέψιμοι.
O… «άφαντος» Γκριγκόνις
Ο Μάριους Γκριγκόνις -πριν αποκτηθεί ο Μπέικον- ήταν η πιο φανταχτερή μεταγραφή του φετινού Παναθηναϊκού. Ο Λιθουανός ήρθε για να καλύψει το κενό που άφησε ο Νέντοβιτς. Διαφορετικός παίκτης αλλά με κύριο όπλο του, το σουτ.
Ο Λιθουανός όχι μόνο δεν έχει δικαιώσει τα χρήματα που παίρνει μέχρι στιγμής, αλλά υπάρχουν στιγμή που είναι “αόρατος” στο παιχνίδι. Δεν αξιοποιείται σταθερά σχεδόν σε κανένα διάστημα μέσα στο ματς, δείχνοντας πως είτε δεν έχει «κολλήσει» με το σύνολο, είτε έχει γίνει κακή διαχείριση με τον ρόλο του.
Αυτό που φαίνεται καθαρά είναι το εξής. Ο Λιθουανός χρειάζεται παίκτες που να μπορέσουν να του πασάρουν τη μπάλα τη σωστή στιγμή. Βλέπετε είχε συνηθίσει στο τρομερό spacing της Ζάλγκιρις αλλά και σε εκείνο της ΤΣΣΚΑ του Ιτούδη, όταν κυρίως περίμενα στα «φτερά» για να εκτελέσει. Στον φετινό Παναθηναϊκό τον βλέπουμε αρκετές φορές να προσπαθεί να φτιάξει το δικό του σουτ, κάτι το οποίο δεν δείχνει να λειτουργεί, ειδικά με τις αποστάσεις και την περιορισμένη off ball κίνηση της ομάδας. Μέχρι τώρα λοιπόν, ο Παναθηναϊκός δεν έχει εκμεταλλευτεί τα χαρακτηριστικά του (σουτ, off ball κινήσεις) γιατί πολύ απλά δείχνει ότι υπολείπεται σε αυτοματισμούς. Δεν νοείται ο Λιθουανός να παίζει στον Παναθηναϊκό κατά κύριο λόγο iso, ώστε να μπορέσει να εκτελέσει.
Το «κλειδί» Πονίτκα
Ο Πολωνός ήταν από τους παίκτες που πήραν οι «πράσινοι» μετά το τρομερό τουρνουά που έκανε με την χώρα του στο Ευρωμπάσκετ. Εξελίχθηκε σε πολυεργαλείο. Ο Πονίτκα είναι ένας ρολίστας πολυτελείας που μπορεί να κάνει συγκεκριμένα πράγματα στο παρκέ. Δεν έχει πολύ υψηλό επιθετικό ταλέντο αλλά μπορεί να παίξει εξαιρετική άμυνα, έχει υψηλό μπασκετικό iq κι υπό συνθήκες μπορεί να υπηρετήσει επαρκώς τον ρόλο του secondary ball handler.
Ο «Πόνι» είναι ένα ακόμη… θύμα του φετινού σχεδιασμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η απουσία του Ουόλτερς. Όταν ο Αμερικανός λείπει, ο Πονίτκα θυσιάζεται στον άσσο, έχοντας στο πλάι του τον Λι και πολλές φορές εναλλάσσονται αφού οι λύσεις στη δημιουργία είναι. Αυτό του περιορίζει τις αμυντικές του αρετές αλλά και τα σουτ που θα μπορούσε να πάρει τουλάχιστον από μεσαία απόσταση, γιατί τόσο κακός σουτέρ δεν είναι.
Ο Μπέικον εξέθεσε όλον τον Παναθηναϊκό
Η υπόθεση του Ντουέιν Μπέικον φανερώνει το πόσο κακοστημένος και χωρίς καθαρό πλάνο είναι δομημένος ο φετινός Παναθηναϊκός. Ο Αμερικανός «παρακάλαγε» να υπογράψει στους «πράσινους», την ίδια ώρα που ο προπονητής της ομάδας, Ντέγιαν Ράντονιτς δήλωσε πως δεν τους ενδιαφέρει η περίπτωση του.
Φυσικά μετά την… κατρακύλα με την Άλμπα αποκτήθηκε με παρέμβαση του Δημήτρη Γιαννακόπουλου και εξέθεσε άπαντες στο προπονητικό τιμ. Είναι τρελό αν αναλογιστεί κανείς πως το ορθό συνέβη… ελαφρώς καθυστερημένα και με τρόπο που πρακτικά ακύρωσε το επιτελείο, αφού ας είμαστε απολύτως ειλικρινείς, τα πάντα γύρισαν τούμπα από τον ιδιοκτήτη
Παρόλα αυτά, η χρησιμοποίηση του Μπέικον ξεπερνά τα όρια του φυσιολογικού, αφού ουσιαστικά όλος ο Παναθηναϊκός τον ψάχνει για να παίξει τα γνωστά iso. Το παιχνίδι των «πράσινων» είναι τόσο προβλέψιμο που πλέον όλες οι ομάδες της EuroLeague βρίσκουν τον τρόπο να περιορίσουν τον Μπέικον, αφού αρχικά δυσκολεύεται να πάρει τη μπάλα και στη συνέχεια δεν έχει που να την πασάρει.
Έστω και αν καταφέρνει πολλές φορές στο δεύτερο ημίχρονο να βάλει κι αυτά που δεν μπαίνουν, το αποτέλεσμα πάνω-κάτω έχει ήδη κριθεί. Το παιχνίδι, λοιπόν, των «πράσινων» έχει έναν στόχο και έναν πρωταγωνιστή, τον Μπέικον κι αυτό το έχουν καταλάβει ακόμα κι αυτοί που… περνούν έξω από τα γήπεδα της Ευρωλίγκας.
Ο βιονικός Ουίλιαμς και το back-up
Μετά από δύο χρόνια τουλάχιστον, ο Παναθηναϊκός απέκτησε ένα 4αρι ποιότητας, αλλά τη δουλειά την έκανε «μισή», αφού έμεινε μόνο σε αυτό. Ο Ντέρικ Ουίλιαμς συνολικά δικαιώνει τις προσδοκίες, αφού, με εξαίρεση μια μικρή αστάθεια που εμφάνισε στον προηγούμενο κύκλο αγώνων, είναι πάντα στην πρώτη γραμμή, παρά τις μεγάλες επιβαρύνσεις κι ουσιαστικά κρατά μόνος του τη θέση «4».
Ο «D-Will» σε 17 αγώνες της φετινής EuroLeague μετρά 14.6 πόντους μέσο όρο και μαζί με τον Μπέικον είναι τα πρώτα βιολιά της φετινής “φάλτσας ορχήστρας” του Παναθηναϊκού. Η σεζόν του Αμερικανού είναι η καλύτερη της καριέρας του, ξεκινώντας με πολύ δυναμικό τρόπο τις υποχρεώσεις του (15 πόντους στο πρώτο παιχνίδι με τη Ρεάλ).
Έκτοτε σημείωσε συγκλονιστικές εμφανίσεις με Μονακό (28 πόντοι), Μακάμπι (17 πόντοι), Βίρτους (26 πόντοι), Ζάλγκιρις (25 πόντοι), Βαλένθια (21 πόντοι), ενώ και στους υπόλοιπους – πλην εξαιρέσεων – είναι σε υψηλά στάνταρ. Ακόμα κι έτσι είναι να απορεί κανείς πως ακόμα δεν υπάρχει πίσω του ένα “κανονικό” 4αρι.
Το χάπι θα χρυσονώταν σε έναν βαθμό αν ως αλλαγή του Γουίλιαμς χρησιμοποιούνταν σταθερά ο Μαντζούκας. Είναι παράδοξο γιατί δεν γίνεται αυτό, αν συνυπολογίσουμε το ματς του νεαρού με τη Μπαρτσελόνα, που περιόρισε αισθητά τον Μίροτιτς, παίρνοντας και τα σουτ που του αναλογούσαν χωρίς δεύτερη σκέψη.
Οι δίδυμοι πύργοι
Ο Παναθηναϊκός, το καλοκαίρι με συντονιστή τον Αργύρη Πεδουλάκη, αποφάσισε να αποκτήσει παίκτη – παρτενέρ του Παπαγιάννη, με στοιχεία post-up. Κάτι που ο Έλληνας ψηλός δεν διαθέτει. Η απόκτηση του Γκουντάιτις είναι πλήρως κατανοητή και με βάση τις ανάγκες του ρόστερ ορθώς συνέβη.
Παρόλα αυτά, οι «πράσινοι» έμειναν με έναν παίκτη λιγότερο και στο “5”, αφού δεν υπάρχει ο ευκίνητος αθλητικός ψηλός, που θα προσέφερε την ποικιλομορφία που έχουν οι περισσότερες ομάδες της EuroLeague. Όλοι περίμεναν πως ο Παναθηναϊκός θα αποκτήσει έστω ένα 4-5αρι με πλούσια φυσικά προσόντα τύπου Μονεκέ, αλλά τέτοιος παίκτης δεν ήρθε μέχρι σήμερα.
Με τον Παπαγιάννη να είναι σκιά του εαυτού του λόγω των προβλημάτων που κουβαλά από πέρυσι και την καταπόνηση της Εθνικής και τον Γκουντάιτις να τον στοχεύουν όλες οι άμυνες στα πόδια, η πράσινη γραμμή ψηλών τις περισσότερες φορές… μπάζει νερά.
Έπειτα λοιπόν από τη αναλυτική λίστα με τους προπονητές των προηγούμενων 10 ετών και την εκτενή περίληψη των όσων έχουν συμβεί στην τρέχουσα σεζόν μέχρι τώρα, φτάνουμε στο δια ταύτα: Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος αποφάσισε να επιστρέψει στο κέντρο των αποφάσεων, διακριτικά στο ξεκίνημα της φετινής προσπάθειας, το περασμένο φθινόπωρο κι αρκετά ηχηρά στη συνέχεια, με την ενεργοποίησή του στο θέμα Μπέικον.
Αναζητείται ηρεμία, πίστη και πλάνο στον κατάλληλο
Ο ιδιοκτήτης είναι ο μοναδικός που μπορεί να απαντήσει στο φλέγον ερώτημα “είναι ο Ράντονιτς εκείνος που θα κλείσει επιτέλους – ουσιαστικά από την εποχή του Ομπράντοβιτς, αφού η περίπτωση Τσάβι αποδείχτηκε απλώς μία ευχάριστη παρένθεση – τον κύκλο των διαδοχικών αλλαγών προπονητή και πλάνου”;
Πήγε σε ένα βαθμό κόντρα στις παλιές του συνήθειες, αφού πρόσφατα στήριξε τον Μαυροβούνιο προπονητή (την ίδια ώρα υποβάθμισε τον τεχνικό διευθυντή, Αργύρη Πεδουλάκη, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο πως εκείνος είχε την μεγαλύτερη ευθύνη για τον κακό σχεδιασμό). Όταν όμως υπάρχει τέτοιο ρεύμα αμφισβήτησης, το οποίο ενισχύεται καθημερινά από την κάκιστη εικόνα της ομάδας στα τελευταία παιχνίδια, ο Δ. Γιαννακόπουλος δεν θα είναι απίθανο αν κρίνει μέσα στο επόμενο διάστημα πως ο Ράντονιτς “έχει χάσει” τα αποδυτήρια κι ως αποτέλεσμα αυτού προχωρήσει στην αντικατάστασή του.
Ό,τι κι αν αποφασίσει να πράξει, η σκληρή πραγματικότητα που προκύπτει από την οδυνηρή αναλογία “μία αλλαγή προπονητή ανά οκτώ μήνες, επί 10 συναπτά έτη” λέει πως ο Παναθηναϊκός χρειάζεται επιτέλους ξεκάθαρο πλάνο, που θα εφαρμοστεί με σταθερότητα και συνέπεια, για αποκτήσει ξανά πραγματική προοπτική.