Έστω και με το κακό του ξεκίνημα, ο Παναθηναϊκός για μερικές λεπτομέρειες που ο ίδιος δεν χειρίστηκε σωστά, μπορούσε να φύγει νικητής από την Βαρκελώνη
Το εύκολο κι ως ένα (σεβαστό) σημείο λογικό είναι να αποδώσει κανείς την ήττα στο άσχημο ξεκίνημα που οδήγησε στα οκτώ εύστοχα τρίποντα της Μπαρτσελόνα του πρώτου δεκαλέπτου και να επικεντρωθεί στο επόμενο παιχνίδι. Είναι, όμως, από τις λίγες φορές που μια ήττα αξίζει να αναλυθεί λίγο περισσότερο, καθώς παρά την «απουσία» της εναρκτήριας περιόδου, ο Παναθηναϊκός είχε την ευκαιρία της ανατροπής στα χέρια του. Μερικές λεπτομέρειες τις οποίες μπορούσε να ρυθμίσει διαφορετικά, του στέρησαν μια πολύτιμη (κυρίως από ψυχολογικής πλευράς) νίκη, αλλά πιστοποίησαν ότι απέχει ελάχιστα από το σημείο που θα μπορεί με συνέπεια να «αλώνει» το σπίτι ομάδων (θεωρητικά) ανώτερου επιπέδου.
Το πρώτο σημείο αναφοράς είναι ο Γιώργος Παπαγιάννης. Η διαδικασία «ωρίμανσης» του ήταν σκληρή και επώδυνη για τον ίδιο, ένεκα του «κοψίματος» του από τους Κινγκς, πλην όμως κατάφερε να το ξεπεράσει και να είναι ένας από τους κορυφαίους σέντερ, εκτός ΝΒΑ. Πλέον, όμως, πρέπει να γίνει ο κορυφαίος! Το επιτάσσουν τα προσόντα του, η εμπειρία του, αλλά και οι ανάγκες της ομάδας του. Στο χθεσινό (16/12) ματς, έπρεπε να έχει (χωρίς καμία υπερβολή) 20 πόντους και 15 ριμπάουντ. Οι φάσεις που έχασε στο πρώτο μέρος απέναντι (για μια ακόμη φορά) σε «μικρότερους» αντιπάλους, πρέπει να τον κάνουν να αντιληφθεί πως χρειάζεται να δυναμώσει, για να μπορεί να αξιοποιεί τα μις-ματς.
Μετά το Pick N Roll παιχνίδι πάνω από την στεφάνη, έχει πλέον (αργά πλην σταθερά) εντάξει στο ρεπερτόριο του το Pick N Pop, ή το απλό σουτάκι με πρόσωπο και χρειάζεται την απειλή με πλάτη. Δεν θα γίνει ποτέ κλασικός post up παίκτης, αλλά είναι κρίμα με μια ανεπαίσθητη επαφή του Κάλινιτς να χάνει την ισορροπία και να αστοχεί προ… κενής εστίας.
Ακόμα ένας παίκτης που έχει φτάσει σε σημείο μπασκετικής ωριμότητας και έχει διανύσει πολλά χιλιόμετρα στο υψηλό επίπεδο, αλλά χρήζει (και «παίρνει») βελτίωσης είναι ο Ματέους Πονίτκα. Η ποιότητα του εμπνέει εμπιστοσύνη στον Ράντονιτς, πλην όμως δεν προκαλεί φόβο στον αντίπαλο για δύο λόγους. Πρώτον γιατί (επί της ουσίας) είναι ακίνδυνος πίσω από τα 6,75 και δεύτερον διότι παρά την ικανότητα του να δημιουργεί είναι αργός με την μπάλα στα χέρια και δίνει την ευκαιρία στην άμυνα να τον «προλάβει» μετά το πρώτο του βήμα.
Ο Ράντονιτς τον εμπιστεύτηκε στο τελευταίο δίλεπτο, βάζοντας δίπλα του τον Ουίλιαμς αντί του Μαντζούκα και θεωρούμε πως έκανε λάθος. Ο Έλληνας φόργουορντ έκανε εμφάνιση αλά Ζήση-Παντελιάδη το 2000 ή για τους πιο νέους αλά Σλούκα το 2011*. Άξιζε να μείνει στο παρκέ, γιατί πήρε δύο σωστές επιλογές στην επίθεση (και δεν έχει καμία σημασία που έχασε την μια), ενώ «έσβησε» το καλύτερο τεσσάρι της Ευρώπης στην άμυνα. Ίσως η χθεσινή του εμφάνιση απέναντι στον Μίροτιτς να «έδειξε» το μέλλον του στο επαγγελματικό μπάσκετ. Ένα stretch 4 με αμυντική ευχέρεια. Αλλά αυτή είναι συζήτηση διαφορετικής ώρας…
Ο Μάντζουκας (κατά την ταπεινή μας άποψη) έπρεπε να τελειώσει το ματς, ο Ουίλιαμς να παραμείνει στον πάγκο και ο Πονίτκα να αφήσει το ρόλο του δημιουργού στον Νέιτ Ουόλτερς. Σωστά ο Ράντονιτς του τα έχωσε για την κακή του άμυνα στον Λαπροβίτολα και για την εν γένει παρουσία του, αλλά δεν παύει να είναι ο καλύτερος δημιουργός της ομάδας του και ένας παίκτης ο οποίος έχει την εμπειρία να ξεπεράσει την κακή του στιγμή και να ανταποκριθεί την ώρα της κρίσης.
Οι δυο συνεχείς ήττες επί Ισπανικού εδάφους επ’ ουδενί πρέπει να απογοητεύσουν τον Παναθηναϊκό. Έχει τις μονάδες, το τεχνικό επιτελείο και (σιγά σιγά ξανά) και τον κόσμο, ώστε να ανακάμψει και να «κυνηγήσει» με μεγάλες αξιώσεις την πρόκριση στην οκτάδα. Είναι απλά θέμα λεπτομερειών και τύχης…
*Το 2000, όταν ο Ίβκοβιτς αποφάσισε να «τιμωρήσει» τον Κουτλούαι και τον Στεφάνοφ, ξεκίνησε βασικούς μέσα στο «καμίνι» της Νέας Σμύρνης τον 17χρονο Ζήση και τον 23χρονο Σπύρο Παντελιάδη. Η συμβολή τους στο «διπλό» της ΑΕΚ επί του ισχυρού (εκείνη την εποχή) Πανιωνίου, έκανε τον Ντούσαν Ίβκοβιτς να τους εμπιστευτεί κι εν πολλοίς άλλαξε τον ρού της καριέρας τους. Σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό το ίδιο πέτυχε ο Σλούκας το 2011 όταν ο «Ντούντα» τον χρησιμοποίησε για πρώτη φορά στην Ευρωλίγκα στο τελευταίο τετράλεπτο (!) του εντός έδρας αγώνα με την Μπασκόνια. Δεν έκανε ούτε ένα λάθος, ο Ολυμπιακός νίκησε με ένα καλάθι και το ποτάμι δεν γύρισε ποτέ για τον Θεσσαλονικιό γκαρντ.