Προϊόντος του χρόνου, ο Λιθουανός από «κολλητός» του Διαμαντίδη και του Καλάθη, έγινε «δικτάτορας», αλλά πλέον ακολουθεί μια πιο χαλαρή προσέγγιση.
Στις 8 Οκτωβρίου του 2007 ο Παναθηναϊκός ετοιμαζόταν να πετάξει για το Χιούστον, όπου θα αντιμετώπιζε τους Ρόκετς στο πρώτο από τα δύο φιλικά του στην Αμερική. Την ώρα που η αποστολή του βρισκόταν στην αίθουσα αναμονής του «Ελευθέριος Βενιζέλος», ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους εμφανίστηκε με ένα φούτερ της Adidas, στα χρώματα της Εθνικής Αργεντινής, το οποίο στο πίσω μέρος έγραφε «ARGENTINA».
«Έλα ρε Σαραντόνα», είπε ο Δημήτρης Διαμαντίδης, ο οποίος όσο φειδωλός ήταν στον δημόσιο λόγο του ως παίκτης, άλλο τόσο πνευματώδης ήταν πίσω από τις κάμερες. Το παρατσούκλι «έμεινε», καθώς ο Λιθουανός συνήθιζε να φοράει το κυανόλευκο φούτερ της εταιρείας με την οποία είχε συμφωνία, αλλά παράλληλα «έντυνε» και τους «πράσινους».
Η αποψινή (16/12) αναμέτρηση του «τριφυλλιού» στο “Παλαού Μπλαουγκράνα” σε συνδυασμό με το Μουντιάλ, το φέρνει και πάλι στην επικαιρότητα, μόνο που από το 2007 πολλά έχουν αλλάξει για τον «Σάρας». Ως παίκτης, παρά το γεγονός πως είχε μια πολύ ισχυρή προσωπικότητα, διατηρούσε εξαιρετικές σχέσεις με τους συμπαίκτες του. Με τον Διαμαντίδη, ενώ κάλλιστα θα μπορούσε να τον είχε δει ανταγωνιστικά, όχι μόνο συνεργάστηκε αρμονικά εντός του παρκέ, αλλά έκανε καλή παρέα εκτός των τεσσάρων γραμμών. Με τον Σπανούλη, επίσης είχε αγαστή συνεργασία. Στην δεύτερη του θητεία στους «πράσινους», την σεζόν 2011-12 έκανε πολλή παρέα με τον Νικ Καλάθη, ο οποίος τότε είχε πια εξελιχθεί σε βασικό στέλεχος του Παναθηναϊκού.
Οι δυο τους, όμως, δεν μπόρεσαν να συγχρωτιστούν την προηγούμενη διετία, έστω κι αν ο Λιθουανός ήταν αυτός που εισηγήθηκε την απόκτηση του ομογενούς πλέι-μέικερ το καλοκαίρι του 2020. Για την σχέση τους έχουν γραφτεί πολλά. Κάποια πράγματα έχουν διογκωθεί, κάποια άλλα έχουν δόση αλήθειας. Το σίγουρο είναι ένα:
Η κριτική που αντιμετώπισε ο Γιασικεβίτσιους για την οξύτητα με την οποία αντιμετωπίζει τους παίκτες του, τον έχουν κάνει να «μαλακώσει» σε έναν βαθμό την τρέχουσα περίοδο. Τα «ξεσπάσματα» του ναι μεν παραμένουν έντονα, πλην όμως είναι λιγότερα και κυρίως αυτό που έχει διαφοροποιηθεί είναι ο τρόπος προπόνησης.
Ο «Σάρας» ακολουθεί φέτος την τακτική του Πάμπλο Λάσο. Όπερ σημαίνει πρωινές προπονήσεις, που δεν ξεπερνούν (μάξιμουμ) τα 90 λεπτά και ρεπό τα απογεύματα. Όσο κι αν φαντάζει περίεργο, ένας από τους βασικούς λόγους που ο Βάσκος τεχνικός άντεξε 11 χρόνια στον πάγκο της «Βασίλισσας» ήταν πως οι παίκτες τον στήριζαν, γιατί φρόντιζε να μην τους οδηγεί στα όριά τους. Και προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, αυτό δεν γινόταν για λόγους πολιτικής, αλλά γιατί ο Λάσο γνώριζε πως με το απίστευτα κοπιαστικό πρόγραμμα της Ευρωλίγκας και της ACB, οι (υψηλού επιπέδου) παίκτες του, δεν χρειάζονταν διπλές προπονήσεις για να αποδώσουν καλύτερα.
Ο Γιασικεβίτσιους είναι μια πολύ σπουδαία προσωπικότητα του μπάσκετ και ένας άνθρωπος που ανέκαθεν ήταν ευθύς, σε σημείο «ωμότητας». Στην τρίτη του χρονιά στην Βαρκελώνη, δείχνει να γίνεται πιο «ευέλικτος», κάτι που δεν αποκλείεται να τον βοηθήσει τόσο στο εγγύς μέλλον, όσο και μακροπρόθεσμα, με την ανανέωση του συμβολαίου του.