Η αμυντική λειτουργία του δεύτερου μέρους απέναντι στους Τσέχους, πρέπει να αποτελέσει τον οδηγό για την Γερμανία των «αδίστακτων» Σρέντερ-Λο. Του Ρήγα Δάρδαλη
Ο τρόπος δεν ήταν ωραίος, πλην όμως πρέπει να αποδειχθεί διδακτικός. Η κατακόρυφη αμυντική άνοδος της Εθνικής στην τελευταία περίοδο του ματς με την Τσεχία, έστω κι αν δεν αποτυπώνεται στο φύλλο της στατιστικής, θα είναι ο οδηγός μας για τον (νυν υπέρ πάντων) αγώνα των προημιτελικών. Κι αυτό διότι στο παιχνίδι μισού γηπέδου, οι λύσεις μας είναι περιορισμένες με δεδομένο πως σημαντικά μας στελέχη προέρχονται από τραυματισμούς.
Για παράδειγμα, αν ο Παπαγιάννης ήταν στο 100% των δυνατοτήτων του, θα μπορούσε να προσφέρει δύο-τρία εύκολα (above the rim) καλάθια μετά από Pick N Roll συνεργασία με τον Καλάθη ή τον Σλούκα. Ο Μεγαρίτης γίγαντας δεν είναι καλός με πλάτη, αλλά μπορεί μετά από το short roll να δώσει μια πάσα στα φτερά που θα οδηγήσει σε ένα ανοιχτό τρίποντο. Ακόμα μια λύση θα μπορούσε να είναι το «ποστάρισμα» του Ιωάννη Παπαπέτρου, ο οποίος έχει βελτιωθεί σε αυτόν τον τομέα και έχει αποκτήσει ένα αξιόπιστο turnaround shot μέσης απόστασης.
Όλα αυτά δεν υπάρχουν και καθιστούν επιτακτική την ανάγκη της καλής άμυνας, ώστε να πολλαπλασιάζονται οι ευκαιρίες αιφνιδιασμού. Ο πρώτος και βασικότερος λόγος είναι εύκολα αντιληπτός. Ο Γιάννης δεν έχει αντίπαλο στο ανοιχτό γήπεδο και οι εύκολοι πόντοι του ανεβάζουν την ψυχολογία.
Απέναντι στους Τσέχους δυσκολεύτηκε σημαντικά στο πρώτο μέρος, καθώς (με εξαίρεση το πρώτο του κάρφωμα) δεν είχε καμία ευκαιρία να τρέξει. Στο δεύτερο όταν αυξήσαμε την αμυντική μας πίεση, ανέβασε κατακόρυφα την παραγωγικότητα του και συνάμα την ψυχολογία ολόκληρης της ομάδας.
Βέβαια μπροστάρης της αντεπίθεσης μας στην τελευταία περίοδο ήταν ο Ιωάννης Παπαπέτρου, με τους έξι συνεχείς πόντους του. Παράλληλα ο φόργουορντ της Παρτιζάν λειτούργησε εξαιρετικά στην άμυνα, ενώ ανάλογη ήταν η προσφορά του Γιαννούλη Λαρεντζάκη. Η πολυφωνία της ομάδας μας είναι δεδομένη, καθώς στους διακριθέντες βρίσκονται επίσης ο Καλάθης, ο Σλούκας και ο Παπανικολάου. Μετά τη σπουδαία προσφορά τους στην πρώτη φάση δείχνουν να έχουν χάσει τον ρυθμό τους ο Ντόρσει με τον Αγραβάνη, αλλά αυτό δεν πρέπει να μας ανησυχεί. Αμφότεροι είναι παίκτες ενστίκτου και με δυνατή προσωπικότητα που μπορούν (όχι μόνο στο επόμενο παιχνίδι, αλλά) από την μια στιγμή στην άλλη να «σκοτώσουν» τον αντίπαλο με προσωπικές φάσεις και στις δύο άκρες του παρκέ.
Αυτό που θα μας ανησυχήσει απέναντι στους Γερμανούς, είναι αν τους επιτρέψουμε να σκοράρουν με την ίδια ευκολία που το έπραξαν οι Τσέχοι στο πρώτο μέρος. Επαναλαμβάνουμε πως οι 43 πόντοι του δεύτερου εικοσάλεπτου σε σχέση με τους 45 του πρώτου συνιστούν απειροελάχιστη διαφορά, αλλά αυτή εστιάζεται στον τρόπο. Κι αυτό διότι στα κρίσιμα σημεία μετά την ανάπαυλα, οι παίκτες του Γκίνζμπουργκ έβρισκαν συνεχώς ένα χέρι μπροστά τους. Τα περισσότερα σουτ ήταν contested και αυτό ήταν το στοιχείο που έκανε την ουσιαστική διαφορά.
Με το χέρι πάνω στην μπάλα και στο σώμα πρέπει να αμυνθούμε απέναντι στους Γερμανούς και δη πάνω στους δύο γκαρντ τους. Σρέντερ και Λο έχουν παρεμφερές τρόπο λειτουργίας. Ο μεν πρώτος με το εκρηκτικό του πρώτο βήμα χρειάζεται μια τρίπλα είτε για να σουτάρει από μέση απόσταση, είτε για να διεισδύσει με την ίδια επιτυχία και από τις δύο πλευρές, ώστε να «θρυμματίσει» την αντίπαλη άμυνα. Ο δε παίκτης της Άλμπα, δεν είναι μεν τόσο γρήγορος, αλλά κι αυτός χρειάζεται απλά μισό χέρι απόσταση για να κάνει μια τρίπλα και να εκτελέσει με συνέπεια από την περιφέρεια.
Αν αυτοί οι δύο βρουν ρυθμό, σε συνδυασμό με το πολύ πιο ποιοτικό ρόστερ που έχει ο Χέρμπερτ (σε σχέση με τους Τσέχους), τότε το έργο μας θα γίνει πολύ πιο δύσκολο.
Αν, όμως, είμαστε σκληροί στην άμυνα, τότε το παιχνίδι θα έρθει στον δικό μας έλεγχο.
Για να το γράψουμε ακόμα πιο απλά: Χρειαζόμαστε τις άμυνες σαν αυτές των Παπανικολάου-Παπαπέτρου πάνω στον Σατοράνσκι, ή σαν αυτές του Νικ και του «Λάρι» πάνω στην μπάλα. Αφήνουμε στην άκρη τον Γιάννη, ο οποίος ως μόνιμο στέλεχος της καλύτερης αμυντικής πεντάδας του ΝΒΑ είναι «on a league of his own», όπως λένε στον μαγικό κόσμο.
Η ομάδα έχει μια μέρα για να ηρεμήσει και να συνεχίσει την προετοιμασία της με την ίδια συγκέντρωση και ταπεινότητα που την χαρακτηρίζει ως τώρα