Το μεγαλύτερο «κέρδος» της Εθνικής είναι η ευκαιρία που δημιούργησε να βελτιώσει τη χημεία της για τα κρίσιμα ματς της δεύτερης φάσης, χωρίς άγχος πρόκρισης
Τόσο το 2014 στο Παγκόσμιο της Ισπανίας, όσο κι έναν χρόνο αργότερα στο Ευρωμπάσκετ, είχαμε πετύχει το απόλυτο των πέντε νικών στην εναρκτήρια φάση. Το ίδιο θα συμβεί και τώρα στο τρέχον Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα, μόνο που υπάρχει μια σημαντική διαφορά. Η νίκη επί της Ιταλίας και οι τρεις που θα ακολουθήσουν απέναντι στην Εσθονία, τη Μεγάλη Βρετανία και την Ουκρανία, δίνουν το δικαίωμα στον Δημήτρη Ιτούδη και το επιτελείο του, να επιστρέψουν σε ρυθμούς προετοιμασίας, εν’ όψει των κρίσιμων αγώνων στο Βερολίνο, απαλλαγμένοι από το άγχος της πρόκρισης ή (για να είμαστε πιο «ακριβείς) του καλού πλασαρίσματος. Στην Ισπανία και στη Γαλλία πριν από οκτώ και επτά χρόνια αντίστοιχα, τα πολύ καλά σύνολα που είχε δημιουργήσει ο Φώτης Κατσικάρης δεν περίμεναν την επιστροφή σημαντικών στελεχών, εν μέσω του τουρνουά ώστε να γίνουν ακόμα καλύτερα.
Το «άπταιστο» ξεκίνημα πετάει στο κανάλι του Ναβίλι, τους «σπόρους» της αμφιβολίας και της… Ελληνικής γκρίνιας που θα φύτρωναν σε περίπτωση που ένα από τα δύο πρώτα ματς είχε χαθεί. Κακώς κείμενα σαφώς υπήρξαν, πλην όμως είναι απολύτως δικαιολογημένα, με βάσει τα σημαντικότατα προβλήματα που προέκυψαν στη διάρκεια της προετοιμασίας.
Πλέον η Εθνική έχει τρεις αγώνες και δύο μέρες καλών προπονήσεων στο Μιλάνο, ώστε να βοηθήσει τον Γιώργο Παπαγιάννη να αποκτήσει έναν (σχετικά) καλό ρυθμό, να επανεντάξει τον Κώστα Αντετοκούνμπο και να ανεβάσει ακόμα περισσότερο τον βαθμό προσφοράς των Σλούκα-Παπαπέτρου. Επ’ ουδενί δεν πρόκειται η ομάδα να αποκτήσει ιδανική χημεία και τέλειους ρόλους, με το τουρνουά σε εξέλιξη, πλην όμως μπορεί να διευρύνει το ενεργό της «rotation» δίνοντας ανάσες σε παίκτες με μεγάλη επιβάρυνση, όπως ο Καλάθης ή ο Γιάννης.
Αυτός που φαίνεται ακούραστος είναι ο Τάιλερ Ντόρσει. Η παρουσία του «κουμπώνει» τέλεια δίπλα στον Γιάννη και είναι εμφανές πως η ψυχολογία του είναι στα ύψη. Η προσφορά του υπήρξε καθοριστική στις δύο πρώτες νίκες, όπως και του Δημήτρη Αγραβάνη. Είναι δύο «επιπλέον» λύσεις σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν και συνάμα δύο παίκτες, οι οποίοι έχουν περιθώρια βελτίωσης και μπορούν να φορούν τη γαλανόλευκη για πολλά χρόνια ακόμα.
Απέναντι στους Ιταλούς, μας βοήθησαν να είμαστε συνεχώς στη θέση του οδηγού και να νιώθουμε «ασφαλείς». Βλέποντας το παιχνίδι από την εξέδρα, δίπλα σε σκάουτερ του ΝΒΑ, δεν ήταν λίγες οι φορές που ακούσαμε την ατάκα. «Είναι απλό, η Ελλάδα είναι καλύτερη».
Είμαστε καλύτεροι, διότι η ύπαρξη του «Greek Freak» από τη μια προσδίδει διαφορετική υπόσταση στην Εθνική και από την άλλη προκαλεί τον φόβο.
Επειδή, όμως, έχουμε υπάρξει πολλές φορές «πρωταθλητές πρώτης φάσης», δεν χρειάζεται να θριαμβολογούμε. Η κατάσταση είναι πραγματικά εξαιρετική, οι προϋποθέσεις διάκρισης πληρούνται, πλην όμως βρισκόμαστε πολύ νωρίς στο Ευρωμπάσκετ και πολλά μπορούν να αλλάξουν.
Απλά έχουμε τη βάσιμη ελπίδα πως θα αλλάξουν προς το καλύτερο…